ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

 

 

ΑΡΧΕΣ

  1. Ποιοι είμαστε
  2. Ενάντια στο κράτος
  3. Ενάντια στον καπιταλισμό/κεφάλαιο
  4. Ενάντια στις διακρίσεις/ανισότητες
  5. Ενάντια στον ρεφορμισμό
  6. Τι κοινωνία θέλουμε και με βάση ποιο αξιακό πλαίσιο

ΘΕΣΕΙΣ

  1. Εκμετάλλευση της εργασίας/ταξικοί αγώνες
  2. Κοινωνικοί αγώνες
  3. Εθνικό ζήτημα/Εθνικισμός
  4. Ιμπεριαλισμός
  5. Μεταναστευτικό-Ρατσισμός
  6. Φασισμός-Ναζισμός
  7. Πατριαρχία-έμφυλες διακρίσεις
  8. Κοινωνικές διακρίσεις
  9. Εξαθλίωση-Κοινωνικός κανιβαλισμός
  10. Κουλτούρα-Πολιτισμός
  11. Ζητήματα καταστολής, φυλακές, εγκλεισμός, αλληλεγγύη σε φυλακισμένουςαγωνιστές.
  12. Μ.Μ.Ε
  13. Σχέσεις με τους θεσμούς και ρήξη με τον ρεφορμισμό
  14. Χρηματοδότηση-Οικονομική ανεξαρτησία

ΣΤΟΧΟΘΕΣΙΑ

Α. ΤΑΚΤΙΚΗ

  1. Ενίσχυση και αναβάθμιση των κινηματικών διαδικασιών, των ταξικών, κοινωνικών και πολιτικών συλλογικοτήτων
  2. Διακριτή παρουσία και ξεκάθαρη θέση στους αγώνες
  3. Ανάλυση-επεξεργασία θεωρητικών ζητημάτων
  4. Ανταλλαγή εμπειριών & πληροφόρησης
  5. Έκδοση εφημερίδας της Ομοσπονδίας/αντιπληροφόρηση
  6. Συντονισμός αλληλεγγύης των υποκειμένων που συμμετέχουν στην Ομοσπονδία
  7. Δημιουργία δομών σίτισης, στέγασης, ιατρικής περίθαλψης
  8. Οργάνωση της αυτοάμυνας του κινήματος
  9. Διασύνδεση με αντίστοιχες οργανώσεις και σχήματα στην Ευρώπη και παγκόσμια
  10. Δημιουργία αναρχικού επαναστατικού προγράμματος

Β. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ

  1. Δημιουργία ελευθεριακού, επαναστατικού, ταξικού κινήματος
  2. Κοινωνική επανάσταση

ΔΟΜΗ

  1. Μέλη
  2. Τρόπος λήψης αποφάσεων
  3. Όργανα
  4. Τομείς
  5. Ένταξη νέων συλλογικοτήτων
  6. Αποπομπή-αποχώρηση συλλογικοτήτων
  7. Αυτονομία συλλογικοτήτων
  8. Συμπράξεις
  9. Εσωτερική κριτική
  10. Παρατηρήτριες ομάδες
  11. Συμμετοχή ατόμων

ΑΡΧΕΣ

 

1.  Ποιοι είμαστε

 Είμαστε αναρχικοί, μέρος του ευρύτερου κοινωνικού, ταξικού και επαναστατικού κινήματος, των εκμεταλλευομένων και των καταπιεζόμενων και αγωνιζόμαστε για την κοινωνική και ατομική απελευθέρωση μέσω της κοινωνικής επανάστασης. Αντιλαμβανόμαστε ότι ο πυρήνας του κοινωνικού ζητήματος βρίσκεται στον ιεραρχικό, εξουσιαστικό και εκμεταλλευτικό τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας από το κράτος και το κεφάλαιο και τις σχέσεις εκμετάλλευσης και καταπίεσης που παράγονται τόσο από αυτά όσο και από τις εκάστοτε οικονομικές και πολιτικές ανισότητες. Αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα ενός άλλου μοντέλου οργάνωσης των αναρχικών, λαμβάνοντας ως δεδομένα τα μέχρι τώρα οργανωτικά ελλείμματα και προβληματικές. Σκοπός αυτής της οργανωτικής μας προσπάθειας είναι η δημιουργία μιας δομής που θα ενισχύσει και θα δυναμώσει τον αγώνα για την κοινωνική αυτοδιεύθυνση με βάση κοινά συμφωνημένους πολιτικούς και στρατηγικούς στόχους.

Ως αναρχικοί, αγωνιζόμαστε για την κοινωνική επανάσταση εμπνεόμενοι από την πλούσια ιστορία των κοινωνικών και ταξικών κινημάτων που διεκδίκησαν και πάλεψαν για έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση. Ο αγώνας μας εμπνέεται από τη συμβολή και την παρουσία των αναρχικών συντρόφων μας μέσα στα επαναστατικά κινήματα, από την παρισινή κομμούνα μέχρι το Σικάγο και από το κίνημα των μαχνοβιτών και την ισπανική επανάσταση μέχρι το σήμερα.

Παράλληλα, δεν αντιλαμβανόμαστε την κοινωνική επανάσταση ως στιγμή αλλά ως διαρκή διαδικασία σύγκρουσης των κυρίαρχων δομών, σχέσεων και μηχανισμών της εξουσίας με τις χειραφετητικές και από τα κάτω οργανωμένες κοινωνικές, ταξικές αντιστάσεις στην κατεύθυνση της κοινωνικής απελευθέρωσης, της αναρχίας και του ελευθεριακού κομμουνισμού. Την αντιλαμβανόμαστε επιπλέον ως διαρκή διαδικασία οικοδόμησης κοινωνικών σχέσεων στη βάση της ισότητας, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας. Η αντίληψή μας για την κοινωνική επανάσταση είναι διεθνιστική, αφορά στην απελευθέρωση του συνόλου της παγκόσμιας κοινότητας, χωρίς αυτό να προϋποθέτει την ταυτόχρονη πραγμάτωσή της σε όλο τον κόσμο· είναι μια διαδικασία που τείνει προς τη διαρκή χειραφέτηση κάθε επιμέρους κοινότητας και ατόμου. Θεωρούμε πως προϋπόθεση για την κοινωνική επανάσταση συνιστά η ανάπτυξη, η μαζικοποίηση και η οργάνωση τόσο των ευρύτερων συλλογικών και οριζόντιων κοινωνικών και ταξικών αγώνων των εκμεταλλευόμενων όσο και του αναρχικού κινήματος. Συνεπώς, βασική μας στόχευση είναι η προώθηση και η μέγιστη διάχυση και επιρροή των επαναστατικών, αντιεξουσιαστικών και ελευθεριακών ιδεών και πρακτικών και αξιών μέσα σε αυτούς τους αγώνες.

Τα μέσα που χρησιμοποιούμε προκειμένου να επιτύχουμε τους σκοπούς βρίσκονται σε αδιαχώριστη συμφωνία με αυτούς. Συμφωνούμε με την αναρχική θέση πως ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα, αντίθετα κάθε σκοπός φέρει και τα μέσα του, ενώ τα ίδια τα μέσα δεν αποτελούν αυτοσκοπό. Για την επίτευξη του σκοπού μας είναι αξιακό τα μέσα που χρησιμοποιούμε να βρίσκονται σε συμφωνία με αυτόν. Ο σκοπός καθορίζει το φάσμα των μέσων αλλά και τα μέσα προεικονίζουν το σκοπό.

2. Ενάντια στο κράτος

 Ως αναρχικοί, τασσόμαστε ενάντια στο κράτος, σε κάθε μορφή του, γιατί αποτελεί το φορέα που επιβάλλει, αναπαράγει, διαιωνίζει και εκφράζει τις εξουσιαστικές και εκμεταλλευτικές κοινωνικές σχέσεις. Αντιμαχόμαστε κατ’ επέκταση την ιεραρχική-εξουσιαστική δόμηση της κοινωνίας και τους θεσμούς και μηχανισμούς αντιπροσώπευσης, εκπαίδευσης, καταστολής, σωφρονισμού και απονομής δικαιοσύνης που λειτουργούν μέσα στο πλαίσιό του, καθώς επιχειρούν να καθορίζουν, να ελέγχουν και να διαμεσολαβούν κάθε λειτουργία της κοινωνικής ζωής. Απέναντι στο κράτος και ενάντια στους θεσμούς του θέτουμε κοινωνικό και πολιτειακό ζήτημα. Η άρνηση συμμετοχής στις εκλογές του αστικού πολιτικού συστήματος (εθνικές, τοπικές) είναι αναπόσπαστο τμήμα της πολιτικής μας θεώρησης.

3. Ενάντια στον καπιταλισμό/κεφάλαιο

 Αγωνιζόμαστε ενάντια στον καπιταλισμό και κάθε οικονομικό σύστημα που επιβάλλει κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις που βασίζονται στην ταξική διαίρεση της κοινωνίας. Παράλληλα, αγωνιζόμαστε ενάντια και στα μοντέλα παραγωγής και κατανάλωσης που βασίζονται στη μισθωτή εργασία, τις σχέσεις εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και τη λεηλασία του φυσικού κόσμου.

Η εναντίωση μας στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα και τους διακρατικούς θεσμούς κυριαρχίας (οικονομικούς, πολιτικούς, στρατιωτικούς) εμπεριέχει και την εναντίωσή μας στους πολέμους, τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και επεμβάσεις που διεξάγουν για τον έλεγχο της φύσης και των κοινωνιών τόσο σε τοπικό όσο και παγκόσμιο επίπεδο. Από την πλευρά μας, αγωνιζόμαστε για την ανάπτυξη και διασύνδεση των διεθνιστικών, ταξικών και κοινωνικών αντιστάσεων, για την μετατροπή κάθε εθνικού/κρατικού πολέμου σε πόλεμο των εκμεταλλευόμενων ενάντια στους εκμεταλλευτές τους.

4. Ενάντια στις διακρίσεις/ανισότητες

 Ως αναρχικοί, αντιμαχόμαστε κάθε διαχωρισμό που παράγει σχέσεις εξουσίας (π.χ. εθνικό, θρησκευτικό, φυλετικό, έμφυλο). Ο αγώνας μας ενάντια σε κράτος, καπιταλισμό, φασισμό, ρατσισμό, σεξισμό και κάθε σχέση εξουσίας και εκμετάλλευσης είναι διττός: αποτελεί αγώνα ενάντια στους θεσμούς και την καταστολή που τους προστατεύει και ταυτόχρονα αδιαπραγμάτευτο αγώνα αλλαγής των κοινωνικών σχέσεων και συνειδήσεων, ενάντια στην αναπαραγωγή των κυρίαρχων προτύπων στο κοινωνικό πεδίο.

5. Ενάντια στο Ρεφορμισμό

 Ανταγωνιζόμαστε κάθε ρεφορμιστική αντίληψη και απορρίπτουμε κάθε ρεφορμιστικό πρόγραμμα εναλλακτικής διαχείρισης του υπάρχοντος συστήματος εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Θεωρούμε ότι αντιλήψεις που προωθούν την ταξική συνεργασία και την κοινωνική ειρήνη και δεν θίγουν τον πυρήνα του κοινωνικού προβλήματος, δηλαδή την εξουσιαστική και εκμεταλλευτική φύση του επιβαλλόμενου τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας, καλλιεργούν αυταπάτες για τον εξανθρωπισμό του συστήματος και λειτουργούν ανασταλτικά και αποπροσανατολιστικά για την ανάπτυξη χειραφετημένων και επαναστατικών αγώνων στην κοινωνική βάση που να εκφράζουν τις ανάγκες και τους πόθους των εκμεταλλευόμενων για την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση.

6. Τι κοινωνία θέλουμε και με βάση ποιο αξιακό πλαίσιο

 Ο αγώνας μας στοχεύει στη δημιουργία μιας αταξικής ακρατικής κοινωνίας, οριζόντια οργανωμένης και αυτοδιευθυνόμενης, βασισμένης στις αρχές της ισότητας, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας. Επιδιώκουμε μία κοινωνία κοινοκτημοσύνης των μέσων παραγωγής και των παραγόμενων αγαθών. Θεωρούμε ότι ο τρόπος μέσω του οποίου θα φτάσουμε στην κοινωνία αυτή είναι η κοινωνική επανάσταση που θα καταργήσει όχι μόνο την εκμετάλλευση και την καταπίεση ανθρώπου από άνθρωπο αλλά επιπλέον θα βάλει τέλος στη λεηλασία της φύσης και θα επιτρέψει σε όλους και σε όλες μας την ελεύθερη πρόσβαση σε όλα τα κοινωνικά αγαθά με στόχο την ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου. Ο όρος που μπορεί να εκφράσει το πρόταγμα που έχουμε για αυτό τον τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας αλλά και τον τρόπο με τον οποίο επιλέγουμε να κινηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση είναι ο αναρχικός κομμουνισμός. Συγκεκριμένα, με τον όρο αυτό εννοούμε μια κοινωνία που θα λειτουργεί σε ένα καθεστώς γενικευμένης αυτοδιεύθυνσης. Κάθε άτομο θα μπορεί να έχει και να λαμβάνει αυτά που χρειάζεται προσφέροντας μέσα από κοινότητα αυτά που μπορεί και θέλει. Πραγματική ατομική ελευθερία για όλους μπορεί να υπάρξει μόνο όταν υπάρχει κοινωνική και πολιτική ισότητα και πραγματική ισότητα μπορεί να υπάρξει μόνο όταν υπάρχει κοινωνική και ατομική ελευθερία.

ΘΕΣΕΙΣ

1.   Εκμετάλλευση της εργασίας, ταξικοί αγώνες

Η αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας αποτελεί για εμάς πρωτεύουσα σχέση εξουσίας, γιατί παρ’ όλες τις επιμέρους διαφοροποιήσεις διαχείρισης του καπιταλιστικού μοντέλου παραγωγής, πυρηνικό στοιχείο της αναπαραγωγής του παραμένει η εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας. Η σχέση κεφαλαίου-εργασίας είναι μια σχέση εκμετάλλευσης και καταπίεσης, ιστορικά και κοινωνικά προσδιορισμένη. Είναι η απόσπαση υπερεργασίας (απλήρωτης εργασίας) με την ειδική κοινωνική μορφή της υπεραξίας που, ως διαδικασία, αποτελεί το πυρηνικό στοιχείο συγκρότησης και αναπαραγωγής του καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού. Ως εκ τούτου, η αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας καταλαμβάνει κεντρικό ρόλο ως η σχέση/αντίθεση από την οποία (ανα)παράγεται η παρούσα ιστορικά συγκεκριμένη μορφή οργάνωσης του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων.

Η τάξη ως κατοχή

Σύμφωνα με το σκεπτικό μας, αυτό που ορίζει την αντικειμενική, συλλογική κατηγορία της κοινωνικής τάξης στην οποία κάποιος/α ανήκει και, κατ’ επέκταση, προσδιορίζει τη θέση του/της στη σχέση της ταξικής εξουσίας/κυριαρχίας, είναι η θέση που κατέχει στην παραγωγική διαδικασία, η θέση που κατέχει μέσα στις σχέσεις παραγωγής, τις καθορισμένες κοινωνικές σχέσεις, δηλαδή, που υπάρχουν μεταξύ των ανθρώπων στη διαδικασία της παραγωγής, ανεξάρτητα από τη θέληση και τη συνείδηση του. Με βάση αυτό τον κλασσικό ορισμό της τάξης -ως κατοχή- υπάρχουν δύο κύριες αντιμαχόμενες τάξεις, καθώς και μία σειρά μεσαίων τάξεων, τα όρια μεταξύ των οποίων είναι πολλές φορές θολά. Από τη μία μεριά η αστική τάξη είναι η τάξη που κατέχει τα μέσα παραγωγής και τα χρησιμοποιεί με σκοπό την παραγωγή και συσσώρευση κέρδους. Από την άλλη, η εργατική τάξη, η εκμεταλευόμενη τάξη που δεν κατέχει μέσα παραγωγής και ο μόνος τρόπος να επιβιώσει είναι πουλώντας την εργατική της δύναμη. [1] Το «εμπόρευμα» που ο εργάτης πουλά στον εργοδότη είναι η εργασία του, δηλαδή η παραγωγική δύναμη του σώματος και του μυαλού του, οι σωματικές και πνευματικές δυνατότητες του, η δημιουργικότητά του, η φαντασία του. Πουλάει, δηλαδή, τον ίδιο του τον εαυτό. Σε αντίθεση με ότι προέβλεπε ο Μαρξ ο ανταγωνισμός αυτός δεν απλοποιήθηκε, σχηματίζοντας δύο μόνο τάξεις και προλεταριοποιώντας τα μεσαία στρώματα.

Η τάξη ως κυριαρχία

Για μας, η κατοχή των μέσων παραγωγής αν και θεμελιώδες στοιχείο για τον καθορισμό των τάξεων, δεν είναι το μοναδικό, καθώς σημαντικό ρόλο επίσης παίζει η διευθυντική εξουσιαστική σχέση, η ανισότητα και η αντίθεση δηλαδή, μεταξύ διευθυντή και διευθυνόμενου, κυρίαρχου και κυριαρχούμενου. Για τον Μπακούνιν, η τάξη δεν θεμελιωνόταν μόνο στις σχέσεις με τα μέσα παραγωγής (π.χ. ιδιοκτησία ή όχι) αλλά και στις σχέσεις κυριαρχίας εντός μιας παραγωγικής μονάδας (π.χ. η διευθυντική δυνατότητα λήψης και επιβολής μιας απόφασης). Με βάση αυτή την αντίληψη, ο προσδιορισμός της κυρίαρχης τάξης δεν εξαντλείται μόνο στις σχέσεις κατοχής των μέσων παραγωγής αλλά επεκτείνεται και στον έλεγχο της χρήσης τους. Στη τελευταία αυτή κατηγορία μπορούν να ενταχθούν για παράδειγμα οι υψηλά ιστάμενοι μάνατζερ, τα διευθυντικά στελέχη, τα λεγόμενα golden boys κ.τ.λ., που ουσιαστικά επιτελούν τη διευθυντική λειτουργία στις μεγάλες ανώνυμες εταιρίες, στις οποίες η σχέση ιδιοκτησίας δεν έχει τον σαφή προσδιορισμό του προηγούμενου αιώνα.

Η τάξη ως κατοχή και κυριαρχία

Έτσι, κάπως σχηματικά, μπορούμε να πούμε ότι στη δική μας τάξη, στην εργατική τάξη ανήκουν όλοι όσοι πουλάν την εργατική τους δύναμη για να επιβιώσουν, δηλαδή οι χειρώνακτες ή μη εργάτες, οι εργάτες γης, οι δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, οι εποχιακά και περιστασιακά εργαζόμενοι, το επιστημονικό προσωπικό (μηχανικοί, χημικοί, γεωπόνοι κλπ), οι άνεργοι (το κομμάτι της τάξης που έχει πεταχτεί εκτός της παραγωγικής διαδικασίας), οι πρακτικάριοι και κάθε λογής μαθητευόμενοι, οι εργαζόμενοι σε stage / voucher κτλ, οι νοικοκυρές κ.α. [2]
Η αστική τάξη αποτελείται από τους κατόχους των μέσων παραγωγής αλλά και όσους επιτελούν τη διευθυντική σχέση εκεί όπου η κατοχή του κεφαλαίου είναι θολή: μέλη των ΔΣ, ανώτατα στελέχη και golden boys των μεγάλων πολυεθνικών ή μη εταιριών, ακόμα και αν δεν έχουν μερίδιο μετοχών, υψηλόβαθμα διευθυντικά στελέχη των τραπεζών (μάνατζερ, κλπ). Εκτός από τους αστούς όμως, εχθροί της τάξης μας -είτε ανήκουν στην αστική τάξη είτε όχι- είναι και όσοι στελεχώνουν τον κρατικό μηχανισμό σε τοπικό ή υπερ-τοπικό επίπεδο (δικαστές, δήμαρχοι, μπάτσοι, ανθρωποφύλακες κ.α.), καθώς και η κυβέρνηση, που, αν και δεν έχουν άμεσο ρόλο στην παραγωγική διαδικασία, αποτελούν σε κάθε περίπτωση οργανικό και καθοριστικό τμήμα του μηχανισμού διασφάλισης και επιβολής των συμφερόντων του κεφαλαίου κόντρα σε αυτών της εργατικής τάξης.
Ανάμεσα στις δύο τάξεις βρίσκονται άλλα [3] κατώτερα (μικροκαλιεργητές, αυτοαπασχολούμενοι κ.α.) και μεσαία (μικρο-επιχειρηματίες, εισοδηματίες κ.α.) στρώματα. Τα κατώτερα μπορούν να είναι -και πρέπει να στοχεύσουμε να είναι- σύμμαχα με την εργατική τάξη καθώς η κατάρρευση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι και προς το δικό τους υλικό συμφέρον.

Σχέση κεφάλαιο και άλλες σχέσεις εξουσίας

Η οργάνωση του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων με γνώμονα την παραγωγή και κυκλοφορία της αξίας αποτελεί θεμελιώδη ανάγκη του κεφαλαίου και ως εκ τούτου, δομική τάση του. Αυτό αποτυπώνεται στη διαρκή προσπάθειά του να ενσωματώνει, να αναδιαρθρώνει, να συγκροτεί, να καταργεί, να οξύνει ή να αμβλύνει τις εκάστοτε σχέσεις εξουσίας, πάντα με προοπτική τη διάσπαση και την πειθάρχηση της εργατικής τάξης και, κατ’ επέκταση, την εντατικοποίηση της εκμετάλλευσής της, υποτιμώντας την τιμή του εμπορεύματος «εργατική δύναμη» και κάμπτοντας τις όποιες αντιστάσεις της. Το ιδιαίτερο αυτό γνώρισμα, που δεν απαντάται σε καμιά άλλη σχέση εξουσίας, οδηγεί στην αναγνώριση του πρωτεύοντος ρόλου της σχέσης-κεφάλαιο.

Η ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης

Προφανώς η αντικειμενική συνθήκη της ύπαρξης των τάξεων δεν επαρκεί για την συνειδητοποίηση της εργατικής τάξης. Για την πραγματοποίηση της κοινωνικής επανάστασης απαιτείται η συνειδητή δράση της τάξης μας, η ανάπτυξη του υποκειμενικού παράγοντα της ταξικής και επαναστατικής συνείδησης (ο μετασχηματισμός της “τάξης καθ’ εαυτή” σε “τάξη δι’ εαυτή”). Η συνειδητοποίηση των συμφερόντων της τάξης μας, το ξεπέρασμα των διαχωριστικών γραμμών και των σχέσεων εξουσίας εντός της (διακρίσεις με βάση το φύλο, τη σεξουαλική κατεύθυνση ή κατεύθυνση φύλου, τη φυλή, την ηλικία και κάθε άλλου κοινωνικού διαχωρισμού που θρέφεται από τα αφεντικά μας με σκοπό τη διαίρεση μας και τον κατακερματισμό των αντιστάσεων μας) και η αυτόνομη οργάνωση της (χωρίς πρωτοπορίες, “επαναστατικά κόμματα”, διαμεσολαβήσεις, ιεραρχίες) είναι ο δρόμος που προτάσσουμε για την κοινωνική επανάσταση. Ο ιδιαίτερος ρόλος της εργατικής τάξης προκύπτει από το ότι βρίσκεται στο κέντρο της καπιταλιστικής αντίφασης, καθώς ο πλούτος της κοινωνίας παράγεται από την εκμετάλλευσή της, πλούτος όμως που στο μεγαλύτερο ποσοστό του, η ίδια τον στερείτε. Η δυνητική ικανότητά της να ανατρέψει την ταξική κοινωνία έγκειται στο ότι ο μόνος τρόπος για να οργανωθεί με γνώμονα τα υλικά της συμφέροντα είναι να ξεπεράσει τις διαιρέσεις στο εσωτερικό της και, με προοπτική την αυτοκατάργησή της, να συγκρουστεί με το κράτος και τα αφεντικά. [4]

Σημειώσεις:
[1] Για τη χρήση των όρων «εκμεταλλευόμενή/ες τάξη/ες»: Ως εκμεταλλευόμενη τάξη ορίζουμε μία: την εργατική, η οποία είναι η μόνη από την οποία αποσπάται υπεραξίας (και συνεπώς είναι εκμεταλλευόμενη). Ο όρος «εκμεταλυόμενες τάξεις» μας βρίσκει διάφωνους ακριβώς λόγω αυτού. Από την άλλη , ως «καταπιεζόμενες τάξεις» (ή «υποτελείς») ορίζουμε σαφώς ευρύτερες τάξεις από την εργατική (αγροτική, ελεύθεροι επαγγελματίες κτλ).
[2] Υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης το οποίο, ακριβώς για να υποτιμηθεί ευκολότερα, βαφτίζεται από τα αφεντικά ‘’ελεύθεροι επαγγελματίες’’, ‘’συνεργάτες’’, ‘’μαθητευόμενοι’’, ‘’εποχιακά εργαζόμενοι’’ κλπ ενώ στην πραγματικότητα καλύπτουν πάγιες ανάγκες επιχειρήσεων, σε άθλιο εργασιακό καθεστώς.
[3] Στον κυρίαρχο καθεστωτικό λόγο τα τελευταία χρόνια, σημαντικό ρόλο παίζει ο όρος “μεσαία τάξη”. Πρόκειται για μια πλαστή κατηγοριοποίηση που βαφτίζει κι ομογενοποιεί ως “μεσαία τάξη” μια σειρά εντελώς διαφορετικών στρωμάτων, από τμήματα της εργατικής τάξης, διάφορα ενδιάμεσα στρώματα και μεγάλα τμήματα της αστικής τάξης. Ο στόχος της χρήσης του όρου αυτού είναι η απόκρυψη της ίδιας της ταξικής φύσης του συστήματος, αποτελεί δηλαδή ένα ακόμα εργαλείο ιδεολογικής ηγεμονίας της αστικής τάξης.
[4] Εδώ διευκρινίζουμε πως, κατά τη γνώμη μας, η αλλοτρίωση των εργατών/τριών από το καπιταλιστικό φαντασιακό που έχει σαν αποτέλεσμα το να ταυτίζουν τα συμφέροντά τους με αυτά των αφεντικών τους ή να ορίζουν την διέξοδό τους από την παρούσα κατάσταση αποκλειστικά σαν την προσωπική τους ταξική ανέλιξη, δεν επηρεάζει την αντικειμενική ταξική τους θέση. Εξακολουθούν δηλαδή να είναι -σε επίπεδο υλικών σχέσεων και συμφερόντων- εργάτες, αλλά είναι σε επίπεδο συνείδησης, μικροαστοί.

Επιστροφή στην κορυφή

2.   Κοινωνικοί αγώνες

 Οι κοινωνικοί αγώνες αναδύονται μέσα από τις ανάγκες των καταπιεσμένων, που βάλλονται από την κυριαρχία του κράτους, του κεφαλαίου και όλων των εξουσιαστικών σχέσεων που αυτά επιβάλλουν στο κοινωνικό πεδίο.

Τέτοιοι αγώνες αναπτύσσονται διαρκώς μέσα στον εξουσιαστικό κόσμο, ιδιαίτερα σε συνθήκες γενικευμένης κρίσης του συστήματος. Στο βαθμό που αναπτύσσονται από τα κάτω και ανταγωνιστικά προς αυτό, αποτελούν αναχώματα στους σχεδιασμούς του κράτους και του κεφαλαίου, επιχειρώντας την ανατροπή τους σε συγκεκριμένα σημεία τους.

Ως αναρχικοί και ως κομμάτι των εκμεταλλευομένων τμημάτων της κοινωνίας, οφείλουμε να συμμετέχουμε και να παρεμβαίνουμε συνεχώς και ενεργά στους κοινωνικούς αγώνες που είναι ανταγωνιστικοί προς τους σχεδιασμούς της κυριαρχίας, βρισκόμενοι σε διαρκή αλληλεπίδραση με τα κοινωνικά και ταξικά εγχειρήματα, στους εργασιακούς και τους ευρύτερους κοινωνικούς μας χώρους, λειτουργώντας προωθητικά για την ανάπτυξη αδιαμεσολάβητων, αντιιεραρχικών και αντιθεσμικών αγώνων. Συμμετέχουμε σε αυτούς με στόχο τη διαρκή ριζοσπαστικοποίηση του περιεχομένου τους, των διαδικασιών τους και των μέσων αγώνα τους.

Η διασύνδεση των κοινωνικών αγώνων και δομών συμβάλλει στην ανάπτυξη σχέσεων αλληλεγγύης τόσο μεταξύ των αγωνιζόμενων όσο και μεταξύ των αγωνιζόμενων με άλλες κοινωνικές ομάδες, τη μεγιστοποίηση των αποτελεσμάτων της δράσης των καταπιεσμένων και μπορεί να συνεισφέρει στην απόκτηση συνολικής θεώρησης για τον κοινωνικό/ταξικό ανταγωνισμό.

3.   Εθνικό ζήτημα – Εθνικισμός

 Ως αναρχικοί διεθνιστές, θεωρούμε την εθνική ταυτότητα (όπως αυτή ορίζεται από την σύγχρονη πραγματικότητα του έθνους-κράτους και τον συνακόλουθο εθνικισμό που αυτό παράγει) μια επίπλαστη ταυτότητα. Στην έννοια του έθνους δεν βλέπουμε παρά τον εγκλωβισμό της μεγάλης πλειοψηφίας της ανθρωπότητας σε ένα εχθρικό και απάνθρωπο καθεστώς, ενάντια στα άμεσα και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά της. Το πολιτικό περιεχόμενο του όρου «πατρίδα» είναι το κράτος της (το έθνος-κράτος), υπαρκτό ή προς δημιουργία. Αυτό το κράτος δεν είναι και δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο πέρα από προστάτης του εαυτού του και χωροφύλακας των συμφερόντων της εκάστοτε μειοψηφικής ελίτ που έχει στα χέρια της την πολιτική και οικονομική εξουσία, τα μέσα παραγωγής και συνακόλουθα ρυθμίζει την παραγωγή και την κατανάλωση του πλούτου. Σήμερα, η μειοψηφία αυτή είναι η αστική τάξη (παρόλο που ιστορικά σε αυτόν το ρόλο έχουν εμφανιστεί και άλλες τάξεις ή πολιτικές ελίτ, όπως η κομματική γραφειοκρατία). Σε κάθε περίπτωση, ο αγώνας ενάντια στο κράτος είναι και αγώνας ενάντια στις «πατρίδες».

Η ταυτότητα που εμείς είμαστε αναγκασμένοι να αντιπαραβάλλουμε απέναντι στην εθνική, η οποία εμπεριέχει μια πραγματικότητα εκμετάλλευσης και καταπίεσης, είναι η ταξική. Επιδιώκουμε δηλαδή την ενότητα, τη συνεννόηση και την οργάνωση των καταπιεσμένων σε όλον τον κόσμο, ώστε να καταστραφούν οι πηγές του κοινωνικού προβλήματος: ο καπιταλισμός, το κράτος και η εκμετάλλευση και καταπίεση που η ύπαρξή και λειτουργία τους συνεπάγεται. Με άλλα λόγια, θέλουμε να καταργήσουμε τα έθνη/κράτη και τα αφεντικά τους. Η ύπαρξη αυτού του κόσμου εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, ταξικής διαίρεσης και διαχωρισμού συνεπιφέρει αναπόφευκτα την ύπαρξη ταξικού προσήμου στους αγώνες. Αναγνωρίζουμε ότι η ταξική ταυτότητα αποτελεί ουσιαστικά αρνητική ταυτότητα, προϊόν του παρόντος εκμεταλλευτικού συστήματος. Ωστόσο, την προβάλλουμε μέχρι η νέα ατομική και κοινωνική ταυτότητα να γίνει εφικτή: η ταυτότητα των αυτόνομων ανθρώπων και των αυτοθεσμιζόμενων κοινωνιών τους, με κομμουνιστική διαχείριση του πλούτου σε όλη τη γη.

Όμως, παρά το γεγονός ότι θεωρούμε την εθνική ταυτότητα επίπλαστη, δεν μπορούμε να υποκριθούμε ότι δεν υπάρχει. Η πλάνη που κάνει π.χ. τον «έλληνα εργάτη» να θεωρεί οικείο το αφεντικό του και εχθρό τον «τούρκο εργάτη» είναι παγιωμένη στη συνείδηση εκατομμυρίων ανθρώπων εδώ και αιώνες. Έχει ήδη διαμορφώσει, μέσα από αληθινές ή κάλπικες πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, μέσα από πολέμους και σφαγές, μέσα από την τρομοκρατία και τις μετακινήσεις πληθυσμών, την παγκόσμια δυστοπία της. Τα έθνη-κράτη υπάρχουν, οι εθνικές αστικές τάξεις απομυζούν την μερίδα του λέοντος της εργασίας των πολλών σε κάθε ένα από τα οικόπεδα του παγκόσμιου χάρτη. Κι αυτό οι εργαζόμενοι δεν το πληρώνουν μόνο με το να είναι υποτελείς σε κυβερνήσεις ή το να νέμονται μόνο τα ψίχουλα του ιδρώτα τους: ανάμεσα στα κράτη και τις εθνικές αστικές τάξεις υπάρχει τόσο η συνεργασία και η συσπείρωση για την επίτευξη καλύτερων συνθηκών εξουσίας επί των υπηκόων τους όσο και ιεραρχία, ανταγωνισμός, σύγκρουση. Η τάξη μας δεν έχει απέναντί της μόνο τους μεμονωμένους αστούς και τους ανταγωνισμούς τους αλλά και τα κράτη που ως συλλογικοί καπιταλιστές αποσπούν υπεραξία με οικονομικούς, πολιτικούς και κάθε είδους τρόπους.

Ακόμη και σήμερα που βλέπουμε την παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου και διακρατικές οντότητες όπως η Ε.Ε. να υποβαθμίζουν την ισχύ των εθνικών κρατών και των αστικών τους τάξεων, ο πόλεμος και οι διάφορες μορφές καταπίεσης που δομούνται γύρω από την εθνική ταυτότητα συνεχίζουν να είναι στην ατζέντα.

Ως αναρχικοί, δεν μπορούμε παρά να δίνουμε τη μέγιστη σημασία στην αποτροπή των εθνικών συγκρούσεων. Για εμάς κάθε εθνικός πόλεμος είναι μια μορφή εμφυλίου ανάμεσα στους εκμεταλλευόμενους. Συνεπώς, αποβλέπουμε στην αποτροπή του, το σταμάτημά του και αν είναι δυνατόν την εκτροπή του σε επαναστατικά μονοπάτια. Επίσης, δεν μπορούμε να αγνοούμε πως η εθνικιστική πλάνη αναπαράγει τον εαυτό της μέσα από τον φαύλο κύκλο των πολιτισμικών διωγμών και των υποχρεωτικών ομογενοποιήσεων. Η «πατρίδα» θα υπερασπίσει τον εαυτό της επιβάλλοντας όσες κοινότητες θεωρεί απαραίτητες. Γλώσσες, κουλτούρες, ήθη μειονοτήτων θα βρεθούν στο στόχαστρο απλώς και μόνο επειδή η ύπαρξή τους αποτελεί πιθανό φυτώριο για μια νέα αστική τάξη και μια πολιτική ελίτ, που θα επιδιώξει με τη σειρά της τη δική της επέκταση και αναπαραγωγή. Ειδικά στη Βαλκανική χερσόνησο όπου ζούμε, η συνθήκη αυτή παραμένει σταθερή εδώ και αιώνες. Υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα όλων των μειονοτήτων να διατηρήσουν και να εξελίξουν τις πολιτισμικές τους ιδιαιτερότητες και σε αυτό το επίπεδο στεκόμαστε στο πλευρό τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στηρίζουμε αιτήματα εθνικής αυτοδιάθεσης και σεπαρατισμούς που επιδιώκουν στην θέση ενός «αλλοεθνή» εκμεταλλευτή να βάλουν έναν «ομοεθνή».

Δεν υιοθετούμε στρουθοκαμηλικές λογικές που θεωρούν ότι αν αγνοήσεις την ύπαρξη των πολύπλοκων εθνικών ανταγωνισμών και επικεντρωθείς στην υπονόμευση αποκλειστικά της δικής σου «πατρίδας», τότε αυτοί θα εξαφανιστούν. Κατά συνέπεια, δεν υιοθετούμε απόψεις του λενινισμού και της αυτονομίας περί επαναστατικού ντεφετισμού ή λογικές που θεωρούν πως ένα απελευθερωτικό/ταξικό κίνημα στο εσωτερικό ενός κράτους πρέπει να αποκλείει από την κριτική του εθνικές αστικές τάξεις και επεκτατισμούς που βρίσκονται σε αντίπαλη θέση με το κράτος αυτό.

Στον αντίποδα, λογικές αριστερού πατριωτισμού, θεωρίες για προοδευτικούς εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, ανόητοι εκβιασμοί για την αποφυγή της κριτικής σε εθνικά κινήματα ή λογικές σταδίων και «προτεραιοτήτων», δεν οδηγούν παρά στην ταπείνωση της απελευθερωτικής προοπτικής μέσα από την υποταγή στην κυριαρχία των εθνών-κρατών που προβάλλονται σαν η μοναδική εφικτή πραγματικότητα. Δεν βρίσκουμε αντίφαση στο να στεκόμαστε έμπρακτα αλληλέγγυοι όταν αναγνωρίζουμε απελευθερωτικές βλέψεις αγωνιζόμενων λαών στιγματίζοντας παράλληλα τις εξουσιαστικές βλέψεις εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων και των ηγεσιών τους.

Για εμάς ο κύριος εχθρός βρίσκεται πρώτα μέσα στην ίδια την «πατρίδα μας», πρώτα από όλα γιατί αυτόν έχουμε κάθε μέρα απέναντί μας. Εχθρός μας όμως είναι η αστική τάξη και οι εξουσιαστικές ελίτ και των γειτονικών κρατών και όλων των κρατών. Εχθροί μας είναι και οι διακρατικοί σχηματισμοί όπως η ΕΕ ή το ΝΑΤΟ.

Αλλά δεν είναι μόνο η εγγύτητα που κάνει τον «ομοεθνή» ταξικό εχθρό τον σημαντικότερο: αν η εθνική ταυτότητα είναι από τα ισχυρότερα εργαλεία συντήρησης μιας ταξικής κοινωνίας, αυτό το επιτυγχάνει εγκλωβίζοντας και κονιορτοποιώντας τους καταπιεσμένους στη δυστοπία του «ρεαλισμού» της. Πρέπει να αρνούμαστε με το παράδειγμά μας να υποταχθούμε σε αυτόν τον «ρεαλισμό». Χτίζουμε διεθνείς επαναστατικές γέφυρες, οργανωνόμαστε σε πολιτικό επίπεδο με άλλους αναρχικούς συντρόφους μας και προτάσσουμε την οργάνωση σε κοινωνικό επίπεδο των καταπιεζόμενων και εκμεταλλευόμενων όλων των χωρών, και κυρίως των γειτονικών, στην προοπτική της συλλογικής εξέγερσης ή της ενεργού στήριξης όποιου κατορθώσει να επαναστατήσει πρώτος.

Δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι έχουν υπάρξει ή μπορούν να υπάρξουν ιστορικές στιγμές που η εθνική καταπίεση μπορεί να λάβει τόσο τρομακτική και γενοκτονική μορφή που η αντίσταση σε αυτήν να γίνει προσωρινά πρώτη προτεραιότητα. Ακόμα όμως και σε μια τέτοια περίπτωση, το διακύβευμα της κοινωνικής απελευθέρωσης δεν μπορεί να επισκιαστεί. Ακόμα και τότε οι αναρχικοί οφείλουμε να μην υποστείλουμε τη σημαία μας στο όνομα καμιάς εθνική ενότητας ή εθνικών μετώπων με προοδευτικό ή μη πρόσημο.

4. Ιμπεριαλισμός

 Ο ιμπεριαλισμός είναι δομικό στοιχείο του κράτους και του καπιταλισμού. Προϋπόθεση του ιμπεριαλισμού είναι η ύπαρ- ξη κράτους και αστικής τάξης. Μέσα στα πλαίσια των ενδο- κρατικών/ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών εκδηλώνονται ιμπεριαλισμοί με διαφορετικές δυναμικές. Επιπλέον, στην επι- κράτεια ενός κράτους μπορούν να επεμβαίνουν, να συνεργά- ζονται ή/και να συγκρούονται διαφορετικοί ιμπεριαλισμοί. Τα παραπάνω συνδέονται άμεσα με τη σύγχρονη πραγματικότητα στην ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Για παράδειγμα, στον ελλαδικό χώρο σήμερα επενεργούν διαφορετικοί ιμπε- ριαλισμοί, με τους οποίους συνδέονται διάφορα κομμάτια της άρχουσας τάξης, η συντριπτική πλειοψηφία της οποίας υιοθετεί ως στρατηγική επιλογή στη σύγχρονη συγκυρία την πρόσδεση στην ΕΕ, το ΝΑΤΟ και άλλους ευρωατλαντικούς μηχανισμούς.

5.   Μεταναστευτικό – Ρατσισμός

 Ο όρος ρατσισμός παραπέμπει ετυμολογικά στον φυλετικό διαχωρισμό και στην αντίληψη ότι κάποια φυλή (π.χ. λευκή) είναι ανώτερη των υπολοίπων. Ωστόσο, στις μέρες μας, με τον όρο «ρατσισμός» περιγράφονται ευρύτερες κοινωνικές διακρίσεις με βάση τη φυλή, την εθνότητα, το φύλο, το χρώμα δέρματος, τη θρησκεία, τη σεξουαλική προτίμηση και ποικίλα άλλα χαρακτηριστικά. Ο ρατσισμός και οι ρατσιστικές συμπεριφορές εντοπίζονται και έχουν εκδηλωθεί ιστορικά σε διάφορες μορφές και από διαφορετικές ανθρώπινες κοινωνίες. Ωστόσο, στη σύγχρονη ιστορία ο ρατσισμός απέκτησε ιδεολογικό υπόβαθρο ώστε να αποτελέσει θεωρητικό έρεισμα για την εκμετάλλευση, την υποδούλωση έως και τον αφανισμό λαών ή συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Ο ρατσισμός φέρει ως απότοκο τον κατακερματισμό και την υποδούλωση της παγκόσμιας εργατικής τάξης αλλά και ευρύτερα των καταπιεζόμενων, ωθώντας τους μεθοδικά στο αλληλοφάγωμα. Στον πόλεμο μεταξύ των προλετάριων, οι μόνοι κερδισμένοι είναι το κράτος και τα αφεντικά. Η εξαναγκαστική μετανάστευση οξύνεται σήμερα τόσο εξαιτίας του καπιταλισμού και του εθνοκρατισμού που προκαλούν πολέμους, φυσικές καταστροφές και λεηλασία των φυσικών πόρων όσο και εξαιτίας των συνθηκών επιβολής της κυριαρχίας του κεφαλαίου σε παγκόσμιο επίπεδο.

Το κράτος και το κεφάλαιο διαχειρίζονται το μεταναστευτικό ζήτημα έχοντας ως στόχο τον κατακερματισμό των καταπιεσμένων. Τα σύνορα αποτελούν ένα είδος στρόφιγγας μέσω της οποίας το κράτος διαχειρίζεται το εργατικό δυναμικό με γνώμονα τις ανάγκες των αφεντικών αλλά και πολιτικές σκοπιμότητες, ανάλογα με τους πολιτικούς και οικονομικούς συσχετισμούς.

Για να επιτευχθεί αυτή η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, η μετανάστευση αντιμετωπίζεται ως συλλογική παρανομία. Η πολιτική των ανεπτυγμένων κρατών για τη μετανάστευση καθορίζεται από το δίπολο καταστολή-ενσωμάτωση και κατοχυρώνει τη διάκριση σε «νόμιμους» και «παράνομους», επιβάλλοντας την άγρια καταστολή των περισσοτέρων που παραμένουν «χωρίς χαρτιά» (απελάσεις, στρατόπεδα συγκέντρωσης, γκέτο, ναρκοπέδια, φράχτες, κάθε είδους κακοποίηση).

Η παρανομοποίηση των μεταναστών τούς καθιστά φθηνό εργατικό δυναμικό για την οικονομία. Η ποινικοποίηση της μετανάστευσης είναι κομμάτι της πολυεπίπεδης καταστολής, εκμετάλλευσης και καταπίεσης των απόκληρων του εξουσιαστικού-καπιταλιστικού κόσμου. Συνεπώς, η αλληλεγγύη μας με τους μετανάστες απορρέει από την αναγνώριση της κοινωνικής και ταξικής μας εγγύτητας.

Ως αναρχικοί, είμαστε αντιρατσιστές και διεθνιστές, είμαστε εχθρικοί απέναντι σε κάθε συνθήκη που προκαλεί την εξαναγκαστική μετανάστευση των ανθρώπων από τις εστίες τους. Υποστηρίζουμε την κατάργηση των συνόρων, την ελεύθερη μετακίνηση όλων των ανθρώπων και την ισότιμη συμμετοχή όλων σε κάθε πεδίο της κοινωνικής δραστηριότητας. Κατά συνέπεια, το διεθνιστικό πρόταγμά μας έρχεται σε αντίθεση με την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση. Στεκόμαστε αλληλέγγυοι στους αγώνες των μεταναστών, προωθώντας τη σύνδεση τους με τους αγώνες των ντόπιων, επιχειρώντας να οξύνουμε τα πολιτικά και ταξικά χαρακτηριστικά τους και να συνολικοποιήσουμε τα προτάγματα τους στην κατεύθυνση της πανανθρώπινης χειραφέτησης.

6.   Φασισμός – Ναζισμός

 Ως πολιτική έκφραση του κράτους και της αστικής τάξης, ο φασισμός και ο ναζισμός ιστορικά αποτέλεσαν την ακραία έκφραση της αντεπανάστασης.

Το κοινωνικό έδαφος στο οποίο αναπτύσσεται ο φασισμός δημιουργείται από τα κυρίαρχα παραδείγματα (τον ανταγωνισμό και τον πόλεμο όλων εναντίον όλων, τον ατομικισμό, τον κοινωνικό συντηρητισμό) που παράγει ή αναπαράγει το εξουσιαστικό-εκμεταλλευτικό καπιταλιστικό σύστημα, μέσω του κράτους.

Σε συνθήκες κρίσης, κράτος και αφεντικά επιλέγουν στρατηγικά τον φασισμό αποσκοπώντας στη στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας και της εργασίας. Η σχέση του κράτους και του καπιταλισμού με τα νεοναζιστικά και φασιστικά μορφώματα είναι οργανική. Λειτουργούν ως δεκανίκι/εφεδρεία σε περιόδους καπιταλιστικής ομαλότητας και αναβαθμίζονται σε περιόδους κρίσης. Ο φασισμός χρησιμοποιείται για τη συστράτευση των πιο συντηρητικών και οπισθοδρομικών κομματιών της κοινωνίας με τους μηχανισμούς του κράτους και των αφεντικών, ανα- παράγοντας και επιστρατεύοντας το ιδεολόγημα και τη ρητορική του εθνικισμού.

Η πάλη ενάντια στο φασισμό αποτελεί σημαντική διαδικασία για το κοινωνικό-ταξικό κίνημα, καθώς η επικράτησή του περνάει μέσα και από τον αντιφασιστικό αγώνα. Γι’ αυτό είναι καθοριστικό όχι μόνο το ξεσκέπασμα του ρόλου του φασισμού αλλά και το ταυτόχρονο και διαρκές χτύπημά του.

Για εμάς η σύγκρουση με τον φασισμό είναι κομμάτι της πάλης ενάντια στις δυνάμεις του κράτους και του κεφαλαίου. Θεωρούμε ότι ο αντιφασιστικός αγώνας είναι συγχρόνως και αντιεξουσιαστικός, καθώς η πάλη ενάντια στον φασισμό είναι κομμάτι της πάλης ενάντια σε κάθε εξουσία, έχοντας αντικρατικά-αντιθεσμικά χαρακτηριστικά ώστε να αντιμάχεται τις συνθήκες που τον γεννούν. Ταυτόχρονα, ο αντιφασισμός συμβάλλει στην ανάπτυξη ενός άλλου κοινωνικού παραδείγματος που υπερασπίζεται την οικονομική και πολιτική ισότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη χωρίς αποκλεισμούς και εξαιρέσεις στη βάση του φύλου, της φυλής, της θρησκείας και της εθνότητας. Ο αντιφασιστικός αγώνας είναι παράλληλα και ταξικός καθώς υπερασπίζεται τα ειδικά συμφέροντα των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων που προκύπτουν από την ταξική ανισότητα. Οποιαδήποτε άλλη πολιτική προσέγγιση που εξαντλείται σε «δημοκρατικές» νόρμες, μεταφέρει το ζήτημα σε αστικά πλαίσια, όπου ρεφορμιστικές δυνάμεις αναλαμβάνουν την ηγεσία ενός αντιφασιστικού «αγώνα» που δεν είναι ταυτόχρονα και αντικαπιταλιστικός. Το ιδεολογικό και πολιτικό πλαίσιο του αντιφασιστικού αγώνα αμφισβητεί και θίγει ολόκληρη την φιλοσοφική αφήγηση του ίδιου του φασισμού αλλά και της μήτρας που τον γεννά, του κράτους και του καπιταλισμού. Τέλος, ο αντιφασισμός οφείλει να είναι μαχητικός και να διαμορφώνει δομές αυτοπροστασίας του κοινωνικού κινήματος και των καταπιεσμένων λαμβάνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αναχαιτιστεί ο φασισμός μέχρι το καθοριστικό τσάκισμα και την εξάλειψή του.

7.   Πατριαρχία – Έμφυλες διακρίσεις

Στη Δύση μετράμε εκατοντάδες χρόνια διώξεων, στιγματισμού, απροκάλυπτου ή και καλυμμένου κοινωνικού αποκλεισμού ενάντια σε άτομα με “διαφορετική” ταυτότητα φύλου και σεξουαλικό προσανατολισμό. Σήμερα, κλείνοντας τα μάτια όχι μόνο στο παρελθόν τους αλλά και στο παρόν τους, οι Δυτικές κοινωνίες αρέσκονται να δείχνουν με αποτροπιασμό τους «ανορθολογικούς φανατικούς μουσουλμάνους που καταπιέζουν και κάπου-κάπου πετροβολούν τις γυναίκες τους» και να βαυκαλίζονται ότι οι ίδιες έχουν αφήσει τον σεξισμό στο παρελθόν. Την ίδια στιγμή όμως που το Ισλάμ δαιμονοποιείται για τη σεξιστική του στάση απέναντι στις γυναίκες και τα lgbtqia+ άτομα, στη Δύση που υποτίθεται “έχει πλέον φτάσει σε ένα επίπεδο διευρυμένης ισότητας μεταξύ των «δυο» φύλων”, όσες συνεχίζουν να διεκδικούν και να παλεύουν απέναντι στην πατριαρχία χαρακτηρίζονται «υστερικές» ενώ ο φεμινισμός θεωρείτε (πολλές φορές ακόμα και στους ίδιους τους κόλπους του ανταγωνιστικού κινήματος) ως «αντίστροφος σεξισμός». Την ίδια όμως στιγμή στον «πολιτισμένο (υποτίθεται) κόσμο» lgbtqia+ άτομα δέχονται ποικίλες κοινωνικές καταπιέσεις ή ακόμα και πέφτουν θύματα βασανισμών και δολοφονιών από λευκούς μάτσο χριστιανούς. Οι -κατά τα άλλα-‘’απελευθερωμένες δυτικές γυναίκες’’ ξέρουν ότι βγαίνοντας από το σπίτι κάποιος θα τις κοιτάξει σαν ένα κομμάτι κρέας, κάποιος θα τους σφυρίξει, κάποιος θα τους ‘την πέσει’. Θα τις βάλουν χέρι στον δρόμο ή στο λεωφορείο. Θα ακούσουν τις γνωστές σαχλαμάρες για το πόσο από το σώμα τους είναι «πρέπον» να αφήνουν ακάλυπτο, πως πρέπει να μιλάνε, να γελάνε, να κάθονται. Από το νηπιαγωγείο ακόμα, θα αρχίσουν να μαθαίνουνε πως να γίνουνε καλές σύζυγοι, μάνες, νοικοκυρές. Θα πάνε στη δουλειά, όπου θα πληρώνονται λιγότερο από τους άρρενες συναδέλφους τους. Αν είναι τυχερές θα τις προσλάβουν -αφότου διαβεβαιώσουνε το υποψήφιο αφεντικό τους ότι δεν έχουνε κανένα σκοπό να μείνουμε έγκυες και ξέροντας ότι αν αυτό συμβεί θα απολυθούνε-. Θα γυρίζουνε σπίτι, θα μαγειρεύουνε και θα κάνουνε όλες τις δουλειές του σπιτιού. Πολλές από εκείνες θα βιώνουνε και πιο “αναβαθμισμένες” εκφράσεις της περίφημης Δυτικής ισότητας: κακοποιήσεις, ξυλοδαρμούς, βιασμούς. Σπίτι, δουλειά, δρόμος είναι διαφορετικές πινελιές του ίδιου σεξιστικού καμβά.

Μέσα στο συντηριτικοποιημένο πλαίσιο των τελευταίων ετών, η ‘’κουλτούρα του βιασμού’’ προελαύνει. Με αυτόν τον όρο κωδικοποιείται και συμπυκνώνεται το σύνολο των συμπεριφορών, απόψεων, στάσεων, κινήσεων, πρακτικών, ατομικών, συλλογικών ή και ευρέως κοινωνικών που αιτιολογούν, ανέχονται ή προωθούν -άμεσα ή έμμεσα- την αντικειμενοποίηση το γυναικείου κορμιού, που το εκλαμβάνουν ως κάτι που υπάρχει με αποκλειστικό σκοπό να προσφέρει ικανοποίηση στον άντρα. Είναι όλες εκείνες οι πτυχές του λόγου και της πράξης που διαχέουν και κανονικοποιούν την έμφυλη βία, που ψάχνουν αφορμές να τη δικαιολογήσουν, που προωθούν τη σεξουαλική αντικειμενοποίηση, που εδραιώνουν τα στερεότυπα. Η πιο εξόφθαλμη και αντιπροσωπευτική -και δυστυχώς τόσο, μα τόσο διαδεδομένη- έκφραση της κουλτούρας του βιασμού είναι η συνήθης κοινωνική αντιμετώπιση: «φταίει το θύμα». Η δυσπιστία -κοινωνική, αστυνομική, μιντιακή, δικαστική- προς το θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης/επίθεσης είναι ο κανόνας. Δεν φταίει ο άντρας που βίασε, αλλά η γυναίκα, γιατί η ίδια οφείλει να προσέχει να μην πέσει θύμα βιασμού.

Η ετεροκανονικότητα, η ιδεολογική αντίληψη, δηλαδή, της φυσιολογικής -και άρα υποχρεωτικής- ετεροφυλοφιλίας (και συνεπακόλουθα, της ‘’ανώμαλης’’ και ‘’μιαρής’’ ομοφυλοφιλίας) αποσκοπεί στην πειθάρχηση και κανονικοποίηση της σεξουαλικής/ερωτικής έκφρασης και επιθυμίας ώστε να συγκροτηθεί, να θωρακιστεί και να διαιωνιστεί το πρότυπο της οικογενειακής παραγωγικής μονάδας. Ομοφυλόφιλα, αμφιφυλόφιλα, queer, asexual, intersexual, τρανς άτομα γίνονται αντικείμενο παρενοχλήσεων, βίας, αποκλεισμού, χλευασμού, ακόμα και επιθέσεων.

Στηρίζουμε στο εδώ και στο τώρα τα αιτήματα της lgbtqia+ κοινότητας για πολιτικό γάμο ή/και σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλων ή οποιωνδήποτε άλλων “αντισυμβατικών” ζευγαριών, τεκνοθεσία, κατοχύρωση της ταυτότητας φύλου, καταπολέμηση των αρνητικών διακρίσεων στον χώρο της δουλειάς, χωρίς όμως να τρέφουμε καμιά ψευδαίσθηση ότι ακόμα και η ικανοποίηση αυτών των μερικών αιτημάτων αρκεί για να άρει τον ουσιαστικά και δομικά εξουσιαστικό και καταπιεστικό (σεξιστικό, ομοφοβικό, μισογύνικο, ρατσιστικό κλπ) πυρήνα της καπιταλιστικής κοινωνίας. Το βλέμμα μας είναι πάντα στραμμένο σε ένα μέλλον σεξουαλικής ελευθερίας, ισότητας, ποικιλότητας, πολυσυντροφικότητας, σπασίματος των ταυτοτήτων.

Η πατριαρχία έχει υψώσει εμπόδια και απαγορεύσεις στον έρωτα και πραγματεύεται τις σεξουαλικές σχέσεις με όρους αποκλειστικότητας και ιδιοκτησίας, με αποκορύφωμα αυτόν της συνθήκης της μονογαμίας, είτε εκτός, είτε -πολύ περισσότερο- εντός οικογένειας. Αρνείται λοιπόν την πολυσυντροφικότητα και τον ελεύθερο έρωτα που ανοίγουν τον δρόμο για τη σεξουαλική αυτοδιάθεση και απελευθέρωση, διότι αποστερούν από τον cis άνδρα την εξουσία που του προσδίδει πατριαρχία, και άρα αμφισβητούν έμπρακτα το οικογενειακό κύτταρο. Ο ορισμός του τι είναι «κανονικό» και τι όχι μας χωράει όλους: τον ετερόφυλο άντρα και την ετερόφυλη γυναίκα στην πρώτη κατηγορία και όλους τους υπόλοιπους στη δεύτερη. Η πατριαρχία, όμως, ως κοινωνική σχέση, λειτουργεί ταυτόχρονα και ως μορφή καταπίεσης και για τον/ην ετερόφυλο/η άντρα/ γυναίκα, οι οποίοι/ες αναγκάζονται να χωρέσουν μέσα στα κανονικοποιημένα πρότυπα που κυριαρχούν και επιβάλλονται.

Εδώ να τονίσουμε ότι θα ήμασταν αφελείς αν θεωρούσαμε πως τα μέλη του κινήματος είναι απρόσβλητα από την πατριαρχία ή την έχουν νικήσει. Δεν ζούμε σε μια νοητή γυάλα, όλες/οι είμαστε κομμάτια της καπιταλιστικής κοινωνίας και είμαστε φορείς, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, των σημασιών της και της κυρίαρχης ιδεολογίας. Ο αγώνας ενάντια στην πατριαρχία και τον σεξισμό δεν τελειώνει με το που κάποιος δηλώνει αναρχικός/αντιεξουσιαστής, αλλά, αντίθετα τότε είναι που ξεκινάει ουσιαστικά. Οφείλουμε να δημιουργήσουμε αναλυτικά εργαλεία, δομές, και τελικά μια κινηματική κουλτούρα που θα απελευθερώνει τους ανθρώπους από τα δεσμά της πατριαρχίας, κι αυτό δε μπορεί παρά να συμβαίνει χέρι-χέρι με την πάλη ενάντια σε κράτος και καπιταλισμό.

Η σχέση κεφαλαίου εργασίας με την πατριαρχία

Αντιλαμβανόμενοι τον κεντρικό ρόλο που καταλαμβάνει η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας ως η σχέση/αντίθεση από την οποία (ανα)παράγεται ο υπάρχων κοινωνικός σχηματισμός και όντας ταυτόχρονα μέρος της εργατικής τάξης, δεν μπορούμε παρά να προσεγγίζουμε και να ερμηνεύουμε κάθε σχέση εξουσίας εντός της καπιταλιστικής κοινωνίας από μια κατ’ εξοχήν ταξική σκοπιά. Αυτό σημαίνει, καταρχάς, ότι προσπαθούμε να εντοπίζουμε και να αναδεικνύουμε την ειδικά καπιταλιστική μορφή της, τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο η εκάστοτε εξουσιαστική σχέση λαμβάνει ταξική υπόσταση και εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Αποτελεί διαρκή τάση και ζωτική ανάγκη του κεφαλαίου να οργανώνει το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων με γνώμονα την (ανα)παραγωγή και κυκλοφορία της αξίας.

Επιχειρώντας να εντοπίσουμε τον τρόπο με τον οποίο η πατριαρχία, καταλαμβάνοντας τον ρόλο του ελέγχου της (ανα)παραγωγικής δύναμης των γυναικών, καθίσταται εργαλείο του καπιταλισμού -μιας και σαφώς προϋπάρχει αυτού- μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε τον ρόλο του σεξισμού στην παραγωγική διαδικασία. Εδώ, αντιπροσωπευτικότερο, ίσως, παράδειγμα είναι η άμισθη οικιακή εργασία που υποχρεώνεται να παρέχει η σύζυγος-μητέρα-νοικοκυρά, πλέον και εργαζόμενη, γυναίκα, ώστε να αναπαραχθεί, με τη σειρά της, η εργατική δύναμη του άντρα εργάτη αλλά και των μελλοντικών εργατών – παιδιών. Ο καπιταλισμός χρειάζεται την έμφυλη καταπίεση για να μετατρέψει τη γυναίκα σε εργαλείο παραγωγής της εργατικής δύναμης, και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που ο σεξισμός είναι και θα είναι δομικό μέρος αυτού.

Ο καπιταλισμός χρειάζεται την πατριαρχία για έναν ακόμα λόγο: αυτή είναι απαραίτητη -μεταξύ πολλών άλλων σχέσεων καταπίεσης που «προσφέρουν» την ίδια υπηρεσία στο κεφάλαιο- για τη διαίρεση της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων, για τον κατακερματισμό των αντιστάσεων της. Οι διακρίσεις βάσει της κατεύθυνσης φύλου, της σεξουαλικής κατεύθυνσης, της ηλικίας, του σωματικού βάρους, της «φυλής» και κάθε άλλης διαχωριστικής γραμμής (straight/ lgbtqia+, νόμιμος εργάτης/ χωρίς χαρτιά, γυναίκα/ άντρας κ.ά.) καλλιεργούνται επιμελώς από την κυριαρχία και αναπαράγονται τόσο υλικά (μισθολογικές διαφορές, αποκλεισμός κατηγοριών από την αγορά εργασίας κ.α.) όσο και ιδεολογικά.

Είναι, τέλος, απαραίτητη (και πάλι μεταξύ άλλων μορφών διακρίσεων) για να αποσύρεται από την παραγωγή το περιττό εργατικό δυναμικό. Όταν οι ανάγκες του καπιταλισμού είναι αντίστοιχες, βλέπουμε μεγάλες κοινωνικές μερίδες, μέχρι πρότινος αποκλεισμένες, να εντάσσονται σταδιακά στη δημόσια σφαίρα, με ταυτόχρονη μια γιγάντια επιχείρηση μάρκετινγκ που μεταστρέφει και αντιστοιχίζει τις ‘’επιθυμίες’’ τους σε εμπορεύματα, καθιστώντας τους ένα προς εκμετάλλευση και καναλαρισμένο καταναλωτικό κοινό, με την υιοθέτηση αντίστοιχων και εξίσου καταπιεστικών προτύπων. Μια άλλη πτυχή είναι οι κυμαινόμενες παραγωγικές ανάγκες που έχουν ως επακόλουθο τα αφεντικά να αντιμετωπίζουν τον γυναικείο πληθυσμό σαν ένα εφεδρικό εργατικό δυναμικό που, ανάλογα με την ζήτηση σε εργατικά χέρια, εντάσσεται ή εκτοπίζεται από την παραγωγική διαδικασία και, κατ’ επέκταση, συμμετέχει περισσότερο στην κοινωνική ζωή ή περιορίζεται στην οικιακή σφαίρα. Η πρόοδος και η διεύρυνση των δημοκρατικών ελευθεριών δεν είναι μια γραμμική, εξελικτική διαδικασία της οποίας ο καπιταλισμός εγγυάται την σταθερότητα, αλλά ένα εργαλείο στα χέρια του που χρησιμοποιείται κατά περίπτωση: μία στρόφιγγα ελέγχου των προσφερόμενων εργατικών χεριών. Φυσικά οι κοινωνικές αντιστάσεις παίζουν τεράστιο ρόλο εδώ -όπως και σε όλα τα πεδία άσκησης της εξουσίας, με το φεμινιστικό κίνημα να μετρά αιώνας παρουσίας με πλούσια θεωρητική παράδοση και ιστορία μαχητικών αγώνων.

Ο πρωτεύων ρόλος που αναγνωρίζουμε στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται ότι πέφτουμε στην παγίδα να ανάγουμε όλο το φάσμα των σχέσεων εξουσίας (έμφυλες διακρίσεις, ρατσισμός, πειθαρχικοί μηχανισμοί, κανονικότητες κ.ά.) αποκλειστικά ως απότοκο των σχέσεων παραγωγής, που θα απονεκρωθεί υποχρεωτικά με την πτώση του καπιταλισμού. Μια τέτοια προσέγγιση υστερεί στην αναγνώριση της σχετικής αυτονομίας των παραπάνω σχέσεων, καθώς και της ικανότητάς τους να επηρεάζουν και να διαμορφώνουν την ίδια τη μορφή οργάνωσης των παραγωγικών σχέσεων. Από την άλλη, όμως, δεν πέφτουμε και στην παγίδα τις υιοθέτησης μεταμοντέρνων ιδεολογικών ερμηνειών, οι οποίες αντιλαμβάνονται σφαίρες σχέσεων εξουσίας περιστασιακά αλληλοσχετιζόμενες, αλλά, κατά βάση, διακριτές, ανεξάρτητες και, κυρίως, ισοβαρείς. Το κίνημα οφείλει να κατανοήσει τα επιμέρους βιώματα καταπίεσης ως μέρος ενός όλου, μίας πραγματικότητας που αποτελείται από διαφορετικές αλλά αλληλοσχετιζόμενες αιτιακά και πραγματικά σφαίρες εξουσίας. Για εμάς, ο αντι-σεξισμός δε μπορεί να είναι το μοναδικό πεδίο πάλης, αγνοώντας τη ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας. Ομοίως, η ταξική πάλη δε μπορεί σε καμία περίπτωση να αγνοεί όλες τις άλλες συνθήκες που περιορίζουν και καταπιέζουν ατομικά ή συλλογικά υποκείμενα. Οι λογικές ιεράρχησης των σχέσεων καταπίεσης, που υιοθετήθηκαν και υιοθετούνται ακόμα από μεγάλο μέρος του μαρξιστικού χώρου, οι οποίες μιλάνε για «απελευθέρωση» πρώτα από τα ταξικά δεσμά, η οποία θα φέρει σχεδόν ”μεταφυσικά” απελευθέρωση από όλα τα δεσμά στη μετά την επανάσταση εποχή, ηττήθηκαν όχι μόνο πρακτικά αλλά και πολιτικά.

Αγώνας παράλληλα σε όλα τα μέτωπα, απέναντι σε όλες τις σχέσεις εξουσίας, εδώ και τώρα: όχι σε κάποια επαναστατικό επέκεινα. Κοινός αγώνας των ατόμων όλων των κατευθύνσεων φύλου και όλων των σεξουαλικών κατευθύνσεων, μέχρι την απελευθέρωση όλων μας από τις κανονικότητες που μας επιβάλλονται.

8. Κοινωνικές διακρίσεις

 

Κάθε εξουσιαστικό σύστημα παράγει τις δίκες του κοινωνικές διακρίσεις και κοινωνικά στερεότυπα. Στη σύγχρονη εποχή, η αναπαραγωγή των κοινωνικών διακρίσεων είναι προϊόν του κρατικού και του καπιταλιστικού συστήματος και των ταξι- κών αντιθέσεων που καλλιεργούνται συστηματικά σε βάρος συγκεκριμένων ομάδων, με αποτέλεσμα την αποστέρηση των ελευθεριών/δυνατοτήτων τους, είτε μέσω της επίσημης θεσμοθετημένης μορφής της κρατικής ρύθμισης είτε σε ένα επίπεδο άτυπο/υπόρρητο.

Η οργάνωση της κοινωνικής ζωής από το κράτος και το κεφάλαιο είναι σχεδιασμένη ώστε ένα κομμάτι της κοινωνίας να αποκλείεται ανάλογα με τα οικονομικά, πολιτισμικά, θρησκευτικά, έμφυλα, σεξουαλικά, σωματικά ή κοινωνικά πρότυπα που προωθούνται από την κυριαρχία. Ο αποκλεισμός ατόμων και ομάδων που, εξαιτίας των κοινωνικών συνθηκών, αδυνατούν να ενσωματωθούν στον επιβεβλημένο τρόπο ζωής (τοξικομανείς, ομοφυλόφιλοι, μετανάστες, άστεγοι, οροθετικές-οί, ψυχικά ασθενείς, μη παραγωγικοί-άνεργοι, κ.λπ.) έχει ως άμεσο απότοκο την κοινωνική τους περιθωριοποίηση. Η περιθωριοποίηση αυτή εξυπηρετεί τις στοχεύσεις της κυριαρχίας για τη δαιμονοποίηση και την καταστολή συγκεκριμένων κοινωνικών κομματιών, αποσκοπώντας μεταξύ άλλων στην πειθάρχηση των υπολοίπων.

Η βασική διάκριση που αναγνωρίζουμε ως αναρχικοί μέσα στα πλαίσια της κρατικής και καπιταλιστικής κοινωνίας είναι μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, εξουσιαστών και εξουσιαζόμενων. Όλες οι άλλες αντιθέσεις στο πλαίσιο του καπιταλισμού διαμεσολαβούνται από αυτήν τη βασική διάκριση και καμιά δεν επιλύεται αν δεν επιλυθεί η αυτή. Στην κοινωνία που οραματιζόμαστε δεν έχουν θέση οι διακρίσεις και τα στερεότυπα που καθορίζουν και καταπιέζουν τον άνθρωπο. Η προώθηση των ενδοταξικών διαχωρισμών αποσκοπεί στον αλληλοσπαραγμό, τον αποπροσανατολισμό και την εκτόνωση της κοινωνικής οργής που γεννά η επίθεση των εξουσιαστών. Η ταξική ενότητα άρα και η ταξική ισχύς θα είναι μονίμως ανεπαρκής όσο αφήνουμε τις διακρίσεις να μας διασπούν.

Συμμετέχουμε έμπρακτα στους αδιαμεσολάβητους κοινωνικούς αγώνες που διεξάγονται για την εξάλειψη των κοινωνικών διακρίσεων, επιδιώκοντας τη συγκρότηση μιας κοινωνίας ισότιμης συνύπαρξης του διαφορετικού. Η εξάλειψη των διακρίσεων αυτών καθίσταται αναγκαία συνθήκη και ένα από τα περιεχόμενα του αγώνα μας.

9. Εξαθλίωση / Κοινωνικός κανιβαλισμός

 

Εξαθλίωση είναι η πολυεπίπεδη (οικονομική, αξιακή, πολιτιστική, περιβαλλοντική) υποτίμηση της ζωής και της αξιοπρέπειας των καταπιεσμένων. Η διαρκής όξυνση των συνθηκών εξαθλίωσης είναι αποτέλεσμα της βίαιης αναδιάρθρωσης του κρατικού και καπιταλιστικού τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας.

Οι κοινωνικοί αποκλεισμοί, η εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης στους χώρους δουλειάς, η μαζική ανεργία, η φτώχεια, η απόγνωση, η ανέχεια, η επίσημη κατάρρευση των «προνοιακών» κρατικών δομών και η εμπορευματοποίησή τους περιθω- ριοποιούν τεράστια πληθυσμιακά κομμάτια ως «μη παραγωγικά» και εκβιάζουν την υποταγή ολόκληρης της κοινωνίας.

Η κοινωνική δυσαρέσκεια που γεννά αυτή η άγρια επίθεση κράτους και καπιταλισμού επιχειρείται να αντιμετωπιστεί τόσο με την εντατικοποίηση και την αναβάθμιση της καταστολής όσο και με την καλλιέργεια του κοινωνικού εκφασισμού, με την προώθηση ιδεολογημάτων που ανάγουν σε κυρίαρχες συνθήκες ζωής την επιβίωση με κάθε μέσο, την εξατομίκευση και τον ανταγωνισμό.

Απόρροια της διάλυσης του κοινωνικού ιστού, της έλλειψης ταξικής συνείδησης και κουλτούρας συλλογικής επίλυσης των προβλημάτων από τον πόλεμο κράτους και αφεντικών απέναντι σε κάθε έννοια κοινού και συλλογικού, είναι ο αλληλοσπαραγμός μεταξύ των φτωχών, των εκμεταλλευόμενων, των αποκλεισμένων. Η ανακυκλούμενη δηλαδή βία ανάμεσα στα πληβειακά στρώματα της κοινωνίας που ορίζουμε ως κοινωνικό κανιβαλισμό. Μια συνθήκη επιθυμητή και προωθούμενη από τους κυρίαρχους, αφού αποπροσανατολίζει την οργή των από τα κάτω και τη διοχετεύει σε έναν αδιάκοπο πόλεμο όλων εναντίον όλων.

Από την πλευρά μας ως αναρχικοί παρεμβαίνουμε και αγωνιζόμαστε στην κατεύθυνση:

▶ Της κατάδειξης του πραγματικού υπαίτιου για την εκμετάλλευση, την καταπίεση και τη συνολική λεηλασία της ζωής μας· που δεν είναι άλλος από τον επιβαλλόμενο τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας από το κράτος και το κεφάλαιο.

▶ Της συλλογικοποίησης και της αλληλεγγύης ενάντια στον κατακερματισμό, τους πλαστούς διαχωρισμούς και το φόβο που αναπαράγει η εξουσία.

▶ Της προώθησης και ανάδειξης των οργανωμένων από τα κάτω κοινών αγώνων ντόπιων και μεταναστών απέναντι στη εκμετάλλευση, τη φτώχεια, την καταστολή, τους φασίστες και τις μαφίες.

▶ Της κινηματικής σύνδεσης μεταξύ των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων με βάση τους συλλογικούς αγώνες που εκκινούν από τις κοινές ανάγκες και τα κοινά συμφέροντά τους.

▶ Της στήριξης και εξάπλωσης αυτοοργανωμένων κοινωνικών δομών αλληλεγγύης ως κομμάτια του αγώνα των από τα κάτω, χωρίς αυταπάτες νησίδων ελευθερίας μέσα στον κόσμο του κράτους και του καπιταλισμού.

▶ Της ισχυροποίησης ενός αντίπαλου δέους στην ηγεμονία του θεσμικά προστατευμένου λαϊκιστικού φιλανθρωπικού παραδείγματος.

▶ Της διαρκούς προσπάθειας για ριζοσπαστικοποίηση των συνειδήσεων.

▶ Της πάλης για μια αυτοδιευθυνόμενη αταξική κοινωνία ισότητας, αλληλεγγύης, ελευθερίας.

10. Κουλτούρα / Πολιτισμός

 

Κάθε κυρίαρχο εξουσιαστικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα ιστορικά προήγαγε δικό του πολιτισμό, αξίες και ηθική για διαιωνίσει την επιβολή του και κατά συνεπεία την εκμετάλλευση των καταπιεσμένων. Στην εποχή μας, το κράτος και ο καπιταλισμός επιχειρούν διαρκώς την υφαρπαγή των αυθόρμητων κοινωνικών εκφράσεων. Η αγορά και οι κάθε είδους θεσμικές μεσολαβήσεις απλώνουν τα δίχτυα τους σε όλο το κοινωνικό πεδίο.

Κουλτούρα είναι ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι δομούν και οργανώνουν την κοινωνική ζωή, καθώς και οι αντιλήψεις που παράγουν αυτές τις δομές. Αντιμαχόμαστε την κυρίαρχη κουλτούρα, η οποία είναι αποτέλεσμα εκβιομηχάνισης και εμπορευματοποίησης και καθίσταται μέσο για έλεγχο της ανθρώπινης συνείδησης από την εξουσία και βαλβίδα εκτόνωσης για την ανοχή της πραγματικότητας και της καταπίεσης, μέσω προβολής τυποποιημένων αισθητικών προτύπων. Βασικά κριτήρια διάκρισής όσων συνιστούν κυρίαρχη ή μη κουλτούρα είναι το από ποιους παράγεται ο πολιτισμός, σε ποιον απευθύνεται, γιατί και με ποιο σκοπό. Παράλληλα, απορρίπτουμε τη μονόδρομη σχέση πομπού και δέκτη στις τέχνες και τα γράμματα.

Σκοπός της κουλτούρας και της τέχνης για τους αναρχικούς είναι να καλλιεργήσει, να εξυψώσει, να ψυχαγωγήσει και να απελευθερώσει τον άνθρωπο, ωθώντας τον να συγκροτήσει κοινότητες ελευθερίας. Στοχεύουμε στην επανοικειοποίηση των σημασιών και την παραγωγή και διάχυση μιας ελευθεριακής κουλτούρας, ανταγωνιστικής προς την κυρίαρχη, όπως και τη συλλογικοποίηση και το σεβασμό της διαφορετικότητας, την καλλιέργεια ελεύθερου πνεύματος, κριτικής σκέψης, κοινωνικής αμφισβήτησης, φιλοσοφικής εμβάθυνσης, συλλογικής και προσωπικής χαράς, αλληλέγγυας, εξισωτικής και μη εκμεταλλευτικής συνθήκης συμβίωσης. Μιας κουλτούρας ελευθερίας του πνεύματος, της έκφρασης και της σεξουαλικότητας, καλλιέργειας ενός πνεύματος εναντίωσης στον ρατσισμό, τον φασισμό και την ομοφοβία, μιας κουλτούρας αντιπατριαρχικής, αντιεξουσιαστικής, αντικαπιταλιστικής. Η στάση των αναρχικών απέναντι στην τέχνη και τους ριζοσπάστες καλλιτέχνες δεν μπορεί να είναι εργαλειακή. Οι ριζοσπάστες καλλιτέχνες πρέπει να ειδωθούν, όπως όλοι μας, ως εργαζόμενοι, οι οποίοι αναγκάζονται μέσα στα πλαίσια της εκβιαστικής καπιταλιστικής συνθήκης να ανταλλάσσουν τη δημιουργικότητα και τις σωματικές και ψυχικές τους δυνάμεις με τα απαραίτητα προς επιβίωση. Την ίδια στιγμή, αφιερώνουν ένα μεγάλο κομμάτι του χρόνου τους για την απελευθερωτική υπόθεση και τους σκοπούς του κινήματος.

Ζητούμενο αποτελεί η καλλιέργεια μιας κοινωνικής κουλτούρας ικανής να ανταγωνιστεί, να καταστρέψει και να αντικαταστήσει την κυρίαρχη κουλτούρα που στοχεύει στην εξατομίκευση και την αναπαραγωγή σχέσεων κυριαρχίας, μιας ελευθεριακής κουλτούρας ικανής να καταστρέψει και να αντικαταστήσει τις κυρίαρχες αξίες και σημασίες, την κυρίαρχη τάξη πραγμάτων, τις κυρίαρχες εκμεταλλευτικές συνθήκες καθημερινής διαβίωσης στον σύγχρονο κόσμο, παράγοντας επαναστατικά υποκείμενα και κοινότητες αγώνα.

Μια ελεύθερη κοινωνία όπως αυτή που οραματιζόμαστε, χρειάζεται να διασφαλίζει την κάλυψη των πνευματικών αναγκών ανοιχτά και ισότιμα από όλους και προς όλους, να ενθαρρύνει την καλλιέργεια των ιδιαίτερων κλίσεων και επιθυμιών του κάθε μέλους της, να εμπνέεται και να τροφοδοτείται πνευματικά και πρακτικά από αυτές και να προωθεί την αλληλεγγύη, τη συλλογική κουλτούρα και την κοινωνικοποίηση.

Προτάσσουμε τη συλλογική και ατομική, αυτοοργανωμένη, αντιεμπορευματική δράση, θεωρώντας ότι μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της ταξικής κι επαναστατικής συνείδησης. Υποστηρίζουμε τις ήδη υπάρχουσες αυτοοργανωμένες πολιτιστικές υποδομές και στοχεύουμε να συνεισφέρουμε στη δημιουργία νέων που προωθούν την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση.

11.  Ζητήματα καταστολής, φυλακές, εγκλεισμός, αλληλεγγύη σε φυλακισμένους αγωνιστές

 

α. Καταστολή

 

Οι μηχανισμοί καταστολής αποτελούν βασικό πυλώνα της εξουσίας του κράτους και του κεφαλαίου και σε συνδυασμό με τους μηχανισμούς παραγωγής συναίνεσης αποσκοπούν στην κοινωνική πειθάρχηση. Οι κατασταλτικοί μηχανισμοί επιτίθενται στους αντιστεκόμενους με στόχο τη συντριβή τους και την τρομοκράτηση όλης της κοινωνίας ώστε να κυριαρχήσει ο φόβος και η υποταγή.

Στην τρέχουσα περίοδο βιώνουμε μια συνθήκη ευρείας κοινωνικής απονομιμοποίησης του καθεστώτος (αποτέλεσμα της υφιστάμενης συνολικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος). Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, η κρατική καταστολή αναβαθμίζεται προωθώντας την επιβολή ενός διαρκούς καθεστώτος έκτακτης ανάγκης. Πρόκειται για μια διαδικασία που αποσκοπεί στο να επιβληθεί ανεμπόδιστα η συνολική αναδιάρθρωση του συστήματος εξουσίας και ο μετασχηματισμός της κοινωνίας.

Σημαντικό ρόλο στις κατασταλτικές στρατηγικές διαδραματίζει η ιδεολογική επίθεση για την παραγωγή συναίνεσης στην κρατική καταστολή, ώστε αυτή να εμφανιστεί ως κοινωνική απαίτηση και να νομιμοποιηθεί ο φορέας της, δηλαδή το κράτος.

Προτεραιότητα των κατασταλτικών πολιτικών είναι το χτύπημα και η συντριβή των κοινωνικών και ταξικών αντιστάσεων που αμφισβητούν τους κυρίαρχους σχεδιασμούς, στήνουν αναχώματα στην κρατική και καπιταλιστική επέλαση και ανοίγουν το δρόμο για τη διεκδίκηση μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και υποταγή. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται οι κατασταλτικές μεθοδεύσεις και επιθέσεις ενάντια στους εργατικούς αγώνες, τις τοπικές κοινωνικές αντιστάσεις, τις αντιφασιστικές διαδηλώσεις, τις μεγάλες απεργιακές διαδηλώσεις, τις δομές και τα μέσα αγώνα των κινημάτων.

Οι αναρχικοί και αντιεξουσιαστές, που με τη διαρκή και πολύμορφη δράση τους προωθούν τη ριζοσπαστικοποίηση της αντίστασης σε κάθε μέτωπο του κοινωνικού και ταξικού πολέμου, συνιστούν έναν από τους κυριότερους στόχους της κρατικής καταστολής. Σημαντικό ρόλο στην κατασταλτική επίθεση ενάντια στον αναρχικό αγώνα, εκτός του πλήθους κρατικών επιθέσεων σε αγωνιστές και χώρους αγώνα, λαμβάνει η ιδεολογική επίθεση μέσω της προπαγανδιστικής εκστρατείας για την εγκληματοποίηση, τη συκοφάντηση και απονοηματοδότηση του αγώνα για την κοινωνική επανάσταση, ώστε να επιτευχθεί η κοινωνική και πολιτική περιθωριοποίηση των αναρχικών και η αποπολιτικοποίηση της δράσης τους.

Απαντάμε στην καταστολή με τη συνέχιση, την καλύτερη οργάνωση, τη συνολικοποίηση και τη ριζοσπαστικοποίηση των ευρύτερων ταξικών-κοινωνικών αγώνων. Με τη μέγιστη κινηματική συστράτευση όλων των δυνάμεων που οργανώνονται από τα κάτω και αποτελούν στόχο της.

β. Φυλακές / Εγκλεισμός

 Η επιβολή της κοινωνικής και ταξικής ανισότητας, της διαίρεσης και του διαχωρισμού των ανθρώπων, η ίδια η οργάνωση της εξουσιαστικής κοινωνίας, είναι που δημιούργησε τη φυλακή και επέβαλε τον εγκλεισμό τιμωρώντας τους παραβάτες των νόμων των ισχυρών και εκβιάζοντας την υποταγή της κοινωνίας.

Ο εγκλεισμός είναι μια συνθήκη που επιβάλλεται από το εκάστοτε καταπιεστικό σύστημα, σύμφωνα με κριτήρια που διαμορφώνονται από την κυριαρχία. Αντιλαμβανόμαστε το ζήτημα του εγκλεισμού ως κάτι ευρύτερο από τα τείχη της φυλακής. Πιο συγκεκριμένα, θεωρούμε ότι ο αστικός πολιτισμός όπως εξελίχθηκε ιστορικά είναι κατεξοχήν ένας κόσμος φρουρίων, τειχών, συνόρων.

Παράλληλα, θεωρούμε ότι το ζήτημα των φυλακών και του εγκλεισμού έχει κατ’ εξοχήν ταξικό χαρακτήρα, γεγονός που αποδεικνύεται από το ότι η συντριπτική πλειοψηφία των φυλακισμένων ανήκει στα πλέον εξαθλιωμένα στρώματα της κοινωνίας.

Οι ρόλοι που επιτελεί και οι σκοποί που εξυπηρετεί η ύπαρξη των φυλακών είναι πολλαπλοί. Οι φυλακές αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα όπλα των καταπιεστών για να τρομοκρατήσουν την κοινωνία, να τιμωρήσουν τους «απείθαρχους» αλλά και να εκδικηθούν όσους συνειδητά αμφισβητούν το υπάρχον σύστημα.

Με την επιβολή του βασανιστηρίου του εγκλεισμού επιδιώκεται η κοινωνική, συναισθηματική, οικονομική και ψυχολογική εξόντωση των εγκλείστων. Επιπλέον, επιχειρείται να επιβληθεί ο απόλυτος έλεγχος, η υποταγή και η απομόνωση τους μέσω της διάρρηξης της αμφίδρομης σχέσης μεταξύ αυτών και της υπόλοιπης κοινωνίας, με αποτέλεσμα το στιγματισμό τους απ’ αυτήν.

Στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα ψυχιατρεία – αποθήκες ανθρώπων, τις φυλακές και τα ειδικά κελιά σφυρηλατείται η πειθάρχηση στις νόρμες της κυριαρχίας. Όσοι αποκλίνουν από αυτές, τιμωρούνται. Συνεπώς, η ύπαρξη των ποικίλων αυτών μορφών συνθήκης εγκλεισμού αποσκοπεί στην υποταγή όλων μας στην ισχύ του κράτους και των αφεντικών μέσω του παραδειγματικού εκφοβισμού.

Ως αναρχικοί, στεκόμαστε αλληλέγγυοι στους αγώνες των φυλακισμένων για αξιοπρέπεια και στις διεκδικήσεις τους για καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Είμαστε ενάντια στη χρησιμοποίηση των αγώνων των φυλακισμένων από ρεφορμιστικούς θεσμούς που καταλήγουν στην υπεράσπιση της δημοκρατίας και του αστικού δικαίου χωρίς να θίγουν την ουσία της ταξικής φύσης των νόμων και του εγκλεισμού, την ουσία της ύπαρξης του εγκλήματος των φυλακών που στηρίζεται στην ύπαρξη του κράτους και διαιωνίζεται από αυτήν.

Η φυλακή μέσα σε αυτές τις συνθήκες αποτελεί μια καθημερινή επιβολή της εξουσίας ενάντια στην κοινωνική αντίσταση. Οι αναρχικοί στεκόμαστε ενάντιοι όχι απλά στις συνθήκες της φυλάκισης, αποστρεφόμενοι το υπάρχον σωφρονιστικό σύστημα, αλλά παλεύουμε για την διαμόρφωση των όρων προκειμένου να συγκροτηθεί μια κοινωνία χωρίς φυλακές, όπου το δίκαιο θα απορρέει από και θα αναφέρεται σε αυτήν.

Ο αγώνας ενάντια στις φυλακές και το βάρβαρο θεσμό του εγκλεισμού δε μπορεί παρά να αποτελεί αναφαίρετο κομμάτι του συνολικότερου αγώνα για έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, χωρίς κράτος κι εξουσία.

γ. Αλληλεγγύη σε φυλακισμένους αγωνιστές

 Η αλληλεγγύη στους φυλακισμένους και διωκόμενους αγωνιστές είναι ένα ακόμα αναφαίρετο κομμάτι του καθημερινού κοινωνικού και ταξικού αγώνα. Θεωρούμε πως οι λογικές των αποσπασματικών κινημάτων αλληλεγγύης δεν είναι προωθητικές, εάν δεν εντάσσονται στα πλαίσια της συνολικής στρατηγικής του αναρχικού κινήματος.

Η αλληλεγγύη δεν προαπαιτεί πολιτική συμφωνία, αλλά οφείλει να συνυπάρχει με την κριτική. Η αλληλεγγύη απευθύνεται από πολιτικά σε πολιτικά υποκείμενα, εμπεριέχει τις αντιλήψεις τους και τη συνολική τους θέση για τον αγώνα και προκύπτει μέσα από την ευρύτερη ανάλυσή τους και τους στόχους που θέτουν γι’ αυτόν. Όταν με τα πολιτικά υποκείμενα που διώκονται ή βρίσκονται στη φυλακή δεν υπάρχουν πολιτικές συγκλίσεις, τότε η αλληλεγγύη περιορίζεται στο επίπεδο της εναντίωσης στην κρατική καταστολή. Σε κάθε περίπτωση, λαμβάνουμε υπόψη τις κρατικές αναπαραστάσεις και το πολιτικό περιεχόμενο των κρατικών διώξεων, ακόμη και αν αυτό αφορά μη πολιτικά υποκείμενα.

12. Μ.Μ.Ε.

 Η αρνητική στάση των αναρχικών απέναντι στα καθεστωτικά Μ.Μ.Ε., τα οποία αποτελούν δομικό θεσμό της κυριαρχίας, βασίζεται στο διαχρονικό τους ρόλο ως μέσα κοινωνικής χειραγώγησης, διαμεσολάβησης και προπαγάνδας του κυρίαρχου λόγου. Ειδικότερα σήμερα, σε συνθήκες άγριας επίθεσης κράτους και αφεντικών στην κοινωνία και τις αντιστάσεις, τα κα- θεστωτικά Μ.Μ.Ε. συστρατεύονται πλήρως με την κυριαρχία και την προσπάθεια επιβολής του σύγχρονού ολοκληρωτισμού. Η εχθρική θέση μας απέναντι στα καθεστωτικά Μ.Μ.Ε. εκκινεί από τη συνάρθρωση τους με τα οικονομικά συμφέροντα του κεφαλαίου και τους κρατικούς σχεδιασμούς, το ρόλο τους ως εργαλεία προπαγάνδας στα χέρια των κυριάρχων και ως μηχανισμοί καθυπόταξης των συνειδήσεων. Έχουν καθοριστική συμβολή στην παραγωγή στερεοτύπων εις βάρος πολλών περιθωριοποιημένων κοινωνικών ομάδων, τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, τη διάχυση της τρομοκρατίας, την κατασυκοφάντηση των κοινωνικών/ταξικών αγώνων και των αγωνιστών, καθώς και στην προώθηση ιδεολογημάτων που αποσκοπούν στη διάσπαση των κοινωνικών και ταξικών τμημάτων.

Τα καθεστωτικά Μ.Μ.Ε. διεκδικούν το μονοπώλιο της ροής της πληροφορίας και εκμεταλλεύονται τις δυνατότητες που τους παρέχει η ιδιότητα του πομπού απέναντι στο δέκτη-κοινωνία, χρησιμοποιώντας ως επίφαση μια πλασματική πολυφωνία.

Η Ααναρχική Ομοσπονδία στέκεται αρνητικά απέναντι σε κάθε Μ.Μ.Ε. που βασίζεται στην δημοσιογραφική επαγγελματική διαμεσολάβηση και την κεφαλαιοκρατική λειτουργία. Στέκεται εχθρικά και επιθετικά στα καθεστωτικά μέσα, τα όποια συνι- στούν έναν από τους ισχυρότερους μηχανισμούς κυριαρχίας για κράτος και κεφάλαιο. Συνακόλουθα, όχι μόνο δεν αναγνωρίζουμε σε καθεστωτικά έντυπα, ραδιόφωνα και διαδικτυακά μέσα κανένα κύρος αντικειμενικότητας ή λειτουργήματος, αλλά επιπλέον θεωρούμε ότι αποτελούν συστημικά προπύργια. Ειδικά το τηλεοπτικό µέσο, µε τη δυνατότητά του να διαχειρίζεται την εικόνα και µέσω αυτής να αλλοιώνει και να καναλιζάρει τη συλλογική αναπαράσταση της πραγματικότητας, μπορεί να θεωρηθεί κορωνίδα των εργαλείων κοινωνικού ελέγχου της εξουσίας αλλά και παγίδα αφομοίωσης κάθε αντικαθεστωτικού αγώνα. Η Ομοσπονδία λειτουργεί στη λογική του σχηματισμού δικών της μέσων πληροφόρησης και προπαγάνδας στα πλαίσια ενός δικτύου μέσων του ευρύτερου αναρχικού κινήματος. Τέλος, αναφορικά µε τα social media, τα θεωρούμε, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, εργαλείο παρέμβασης και προπαγάνδας.

Για τους εργαζόµενους στα Μ.Μ.Ε.:

 Αντιλαμβανόμαστε τη διαφοροποίηση των απλών εργαζόμενων στα Μ.Μ.Ε. από τα ανώτερα στελέχη ή εργαζόμενους που συμβάλλουν άμεσα και ενεργά στην προπαγάνδα των μιντιακών μηχανισμών. Τους πρώτους τους αντιμετωπίζουμε υπό το πρίσμα κριτικής αποδοχής και κατά περίπτωση στηρίζουμε τυχόν αγώνες τους. Οι δεύτεροι δεν γίνονται αποδεκτοί και αντιμετωπίζονται εχθρικά από την Ομοσπονδία, καθώς θεωρούνται άνθρωποι της άλλης πλευράς. Όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις υπάρχει ένα πεδίο όσμωσης των ρόλων και συχνά είναι αναπόφευκτη η εξατομικευμένη κρίση, κατ’ έγκληση και µε όρους συναίνεσης.

Σχέση Ομοσπονδίας και Μ.Μ.Ε.:

 

Η Ομοσπονδία λειτουργεί στη λογική του σχηματισμού δικών της μέσων πληροφόρησης και της στήριξης των υπαρχόντων, στα πλαίσια ενός φάσματος μέσων του ευρύτερου αναρχικού/ αντιεξουσιαστικού πολιτικού κινήματος. Η προσπάθεια δημιουργίας δομών πληροφόρησης αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του ευρύτερου στόχου της αποδόμησης του κυρίαρχου λόγου. Η Ομοσπονδία συνολικά εκφράζεται από τα δικά της μέσα. Δεν χρησιμοποιεί, ούτε απευθύνεται σε Μ.Μ.Ε. Εξαιρέσεις αιτιολογημένες μπορούν να συζητηθούν, αλλά οφείλουν να γίνουν αποδεκτές ομόφωνα. Εξαίρεση αποτελούν απαντητικές ανακοινώσεις σε περίπτωση άμεσης αναφοράς στην Ομοσπονδία από Μ.Μ.Ε. Σε αυτή την περίπτωση η απόφαση μπορεί να ληφθεί με πλειοψηφία.

Οι ομάδες της Ομοσπονδίας έχουν την αυτονομία της δικής τους πολιτικής απέναντι στα Μ.Μ.Ε. υπό την προϋπόθεση να κάνουν ρητή κάθε φορά την στάση της Ομοσπονδίας πάνω στο θέμα και να µην επιτρέψουν η δική τους στάση να θεωρηθεί στάση της Ομοσπονδίας. Αντίστοιχα, κάθε επιμέρους συλλογικότητα-μέλος διατηρεί το δικαίωμα της κριτικής στη στάση άλλων μελών της Ομοσπονδίας. Από την αυτονομία πρέπει να εξαιρεθεί το τηλεοπτικό µέσο, για το οποίο καθίσταται απαραίτητη η συναίνεση του συνόλου στην περίπτωση που κάποιοι (συλλογικότητα ή άτομα) επιθυμούν να το χρησιμοποιήσουν ακόμα και µε την υπογραφή τους.

13. Σχέση με τους θεσμούς και ρήξη με το ρεφορμισμό

 

Ο ρεφορμισμός, ως αντίληψη ανταγωνιστική στην επαναστατική προοπτική, προτάσσει μια διαδικασία μεταρρυθμίσεων εντός του κρατικού-καπιταλιστικού συστήματος οργάνωσης της κοινωνίας. Η αντίληψη αυτή σήμερα εκφράζεται κατά κύριο λόγο από τα κόμματα της καθεστωτικής αριστεράς και τις γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες, αλλά επίσης και από κομμάτια της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και διάφορες οργανώσεις, όπως Μ.Κ.Ο., που αναφέρονται σε κοινωνικά και ταξικά ζητήματα.

Πρόκειται για αντίληψη μέσα στα πλαίσια κοινωνικών και ταξικών αγώνων, οι φορείς της οποίας επιδιώκουν την κοινωνική και ταξική ειρήνη. Συνεπώς, επιχειρείται η διαμεσολάβηση των κοινωνικών αγώνων και των υποκειμένων τους, η ανάθεση των πρωτοβουλιών αγώνα σε ειδικούς και παράγοντες του συστήματος, ο περιορισμός των διαδικασιών και μορφών αγώνα στα όρια διαμαρτυρίας που επιτρέπει κάθε φορά το κράτος, η απονεύρωση των κοινωνικών αντιστάσεων, η διαστρέβλωση και κατασυκοφάντηση των μαχητικών και ακηδεμόνευτων μορφών πάλης, η αδρανοποίηση της βάσης της κοινωνίας, η διάχυση της ηττοπάθειας στα αγωνιζόμενα κομμάτια της και η ψηφοθηρική εκμετάλλευση των αγώνων.

Με δεδομένη ωστόσο την κριτική και την απόρριψη του ρεφορμισμού ως πολιτική αντίληψη, δεν αρνούμαστε ταυτόχρονα και την διαρκή προσπάθεια βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης της τάξης μας. Αντιπαλεύουμε το ρεφορμισμό με τη συγκρότηση σταθερών δομών αντίστασης για κάθε κοινωνικό/ταξικό ζήτημα. Με τη διακριτή συμμετοχή μας στις ανοιχτές διαδικασίες του αγώνα και την υπεράσπιση της αυτοοργάνωσης, της οριζοντιότητας των διαδικασιών, της ισότιμης συμμετοχής όλων των αγωνιζόμενων στη λήψη των αποφάσεων, της επιλογής των μέσων αγώνα ανάλογα με τις δυνατότητες. Με τη ριζοσπαστικοποίηση και τη σύνδεση των επιμέρους και μερικών διεκδικητικών αγώνων, με το συνολικό πρόταγμα της κοινωνικής επανάστασης.

14. Χρηματοδότηση-Οικονομική ανεξαρτησία

 Η ομοσπονδία είναι οικονομικά ανεξάρτητη και δεν χρηματοδοτείται με κανέναν τρόπο από κράτος, αφεντικά, κερδοσκοπικούς οργανισμούς, Μ.Κ.Ο. Η χρηματοδότησή της γίνεται μέσω εισφορών, τακτικών ή και έκτακτων από τις συλλογικότητες-κύτταρα και με βάση τον αριθμό των μελών κάθε συλλογικότητας. Παράλληλα, όταν υπάρχει ανάγκη και κρίνεται απαραίτητο διοργανώνονται εκδηλώσεις οικονομικής ενίσχυσης της πανελλαδικής δομής ή των επιμέρους συλλογικοτήτων. Οι τρόποι χρηματοδότησης της Ομοσπονδίας, όταν περνούν μέσα από την δραστηριότητα των επιμέρους συλλογικοτήτων και τις εκδηλώσεις τους, πρέπει να συμβαδίζουν με το συμφωνημένο πολιτικό περιεχόμενο. Οι συλλογικότητες οφείλουν να ενημερώνουν την Ομοσπονδία και να ζητούν την συναίνεσή του συνόλου του σώματος για τις εκδηλώσεις, όταν αυτές αναφέρονται ρητά στην Ομοσπονδία ως αποδέκτη οικονομικής ενίσχυσης. Η χρηματοδότηση της Ομοσπονδίας δεν μπορεί να προέρχεται από δραστηριότητα η οποία προσβάλλει και θίγει την πολιτική ταυτότητά της στη βάση των καταστατικών της διακηρύξεων.

15. Το ζήτημα των ουσιών

1. Το ζήτημα της χρήσης ψυχότροπων ουσιών* για ψυχαγωγικούς, θρησκευτικούς ή άλλους σκοπούς από άτομα και κοινωνικές ομάδες στην ανθρώπινη ιστορία (ή σε άλλα κοινωνικά συστήματα του παρόντος ή του μέλλοντος) είναι ιδιαίτερα περίπλοκο και ξεπερνά τα όρια της πολιτικής ανάλυσης που αντιστοιχεί σε μια πολιτική οργάνωση. Αντιμετωπίζουμε το ζήτημα στο σήμερα, σε συνθήκες πολιτικής, οικονομικής και πολιτισμικής κυριαρχίας κράτους και καπιταλισμού.

2. Σε ατομικό επίπεδο, η χρήση ψυχότροπων ουσιών, νόμιμων ή παράνομων, δεν μπορεί παρά να εντάσσεται στη σφαίρα των ατομικών δικαιωμάτων. Δεν μπορούμε να δεχτούμε πατερναλισμούς σε ατομικές επιλογές όταν δεν βλάπτουν το σύνολο κι εναπόκειται στο άτομο, την συνειδητότητα και την ενημέρωση του να υπολογίσει το ισοζύγιο ωφέλειας και ζημίας της κάθε του επιλογής, να αξιολογήσει και να περιμένει να αξιολογηθεί. Από την άλλη, πρακτικές εμπορίας, περνάνε κατά πολύ το όριο της ατομικής επιλογής, και οφείλουν να καταδικάζονται και να αντιμετωπίζονται πολιτικά.

3. Η παρανομοποίηση κάποιων από τις ψυχότροπες ουσίες είναι μέσο για την διαιώνιση και προσφορότερη αξιοποίησή τους, αφού αποτελεί εργαλείο τόσο για την συσσώρευση κεφαλαίου στην μαύρη οικονομία όσο και για τη διασπορά φόβου και άρα ελέγχου από το κράτος. Ακόμα και η βιομηχανία της “απεξάρτησης” είναι μέρος του παρανομοποιημένου περιβάλλοντος κάτι που φαίνεται από την ίδια την καθεστωτική λογική της.

4. Αναγνωρίζουμε ως μέρος των επαναστατικών παραδόσεων κινήματα που κυρίως την 10ετία του 60 επιχείρησαν να διαμορφώσουν νέες κουλτούρες χρήσης που θα είχαν απελευθερωτικό περιεχόμενο. Αναγνωρίζουμε την δημιουργικότητα και την ριζοσπαστικότητα τέτοιων προσεγγίσεων αλλά ταυτόχρονα την αφέλεια και τα -πολλές φορές καταστροφικά- αδιέξοδά τους. Η χρήση καμιάς ουσίας δεν μπορεί να επιφέρει την ατομική απελευθέρωση γιατί αυτή προϋποθέτει την συλλογική/κοινωνική απελευθέρωση. Η μαζική χρήση καμιάς ουσίας δεν μπορεί να επιφέρει την συλλογική/κοινωνική απελευθέρωση γιατί αυτή προϋποθέτει την αλλαγή του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων μέσω του πολύπλευρου αγώνα για την κατάργηση των σχέσεων εξουσίας. Τα όρια του ψυχεδελικού πειραματισμού των 60’s ήταν όχι τα όρια των ουσιών ή της χρήσης τους, αλλά τα όρια που χάραζαν οι νέες κοινωνικές σχέσεις που πάλευαν να γεννηθούν μέσα από την αμφισβήτηση των κυρίαρχων κοινωνικών σχέσεων της εποχής. Ήταν με λίγα λόγια τα όρια των αγώνων. Όταν το -μοναδικά πολυποίκιλο- κίνημα της αμφισβήτησης που παράχθηκε στα 60’s ηττήθηκε, το όνειρο ή θα έσβηνε στην βία της κανονικότητας που επέβαλε το κράτος και το κεφάλαιο, ή θα ενσωματωνόταν ως ακίνδυνο και προσοδοφόρο εναλλακτικό εμπόρευμα, ή τέλος, θα κατρακυλούσε σε έναν εφιάλτη.

5. Είμαστε κάθετα αντίθετοι σε κάθε κατασταλτική πολιτική, σε κάθε καθεστώς παρανομοποίησης για τους χρήστες οποιασδήποτε ουσίας. Θεωρούμε έργο του συνόλου να συνδράμει τον χρήστη που επιθυμεί να ελαττώσει ή να τερματίσει τη χρήση, τον εξαρτημένο που θέλει να απεξαρτηθεί και να βοηθήσει στη μείωση των συνεπειών όταν συνεχίζει τη χρήση. Θεωρούμε υποχρέωση της βάσης να δείξει αλληλεγγύη στους χρήστες που κάνουν κατάχρηση ή στα εξαρτημένα από ουσίες μέλη της και να κινητοποιηθεί προς αρωγή τους. Θεωρούμε δικαίωμα για τις τοπικότητες την μαχητική αντίσταση στο περιβάλλον που δημιουργεί η εμπορία ναρκωτικών και οι μαφίες γύρω της. Επίσης καθήκον είναι η πάλη για ολοκληρωτική άρση των διώξεων και της παρανομίας των χρηστών.

*Ως ψυχοτρόπες ουσίες ορίζονται όλες οι ουσίες που παρεμβαίνουν και τροποποιούν την ψυχική διάθεση, που αλλάζουν τον τρόπο που οι άνθρωποι αισθάνονται, σκέφτονται κι αντιλαμβάνονται τον κόσμο. Με αυτή την έννοια δεν είναι όλες οι ψυχοτρόπες ουσίες παράνομες, ούτε εξ’ ορισμού επιβλαβείς.

ΣΤΟΧΟΘΕΣΙΑ

 

Α. ΤΑΚΤΙΚΗ

 

1.  Ενίσχυση και αναβάθμιση των κινηματικών διαδικασιών, των ταξικών, κοινωνικών και πολιτικών συλλογικοτήτων

 Η Oμοσπονδία προωθεί την ενίσχυση και την αναβάθμιση των κινηματικών διαδικασιών, των ταξικών, κοινωνικών και πολιτικών δομών. Τα άτομα των συλλογικοτήτων που συμμετέχουν στην Oμοσπονδία ενθαρρύνονται να συμμετέχουν στα κοινωνικά και ταξικά εγχειρήματα ή να συμβάλλουν στη δημιουργία νέων αυτοοργανωμένων, με πλήρη σεβασμό στην αυτονομία των δομών αυτών.

Επιδιώκουμε την ενημέρωση και τη μεταφορά της κινηματικής εμπειρίας από τα κοινωνικά και ταξικά εγχειρήματα στην Oμοσπονδία, με σκοπό την επεξεργασία πολιτικών συμπερασμάτων. Με βάση αυτήν την επεξεργασία, θεωρούμε ζητούμενο τη διάδοση των συμπερασμάτων και των θέσεών μας μέσα στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες, με σεβασμό στις προτεραιότητες και τις ανάγκες των κοινωνικών και ταξικών εγχειρημάτων.

Η αλληλεπίδραση αυτή θα συμβάλει στην ορθή εκτίμηση της κινηματικής πραγματικότητας μέσα στην οποία ζούμε και δρούμε, γειώνοντας τα προτάγματά μας στο σήμερα και καθιστώντας εφικτή τόσο την αντεπίθεση στον κοινό μας εχθρό, που δεν είναι άλλος από το κράτος και το κεφάλαιο, όσο και την καλλιέργεια ενός συλλογικού οράματος για μια νέα κοινωνία.

2. Διακριτή παρουσία και ξεκάθαρη θέση στους αγώνες

 Η διακριτή παρουσία και συμμετοχή μας στους κοινωνικούς-ταξικούς αγώνες, με αλληλεγγύη και στήριξη, χωρίς αυτοαναφορικότητα, στοχεύει στη σύνδεση τους, τη ριζοσπαστικοποίησή τους και τη διάχυση του προτάγματος της κοινωνικής επανά- στασης.

Με την παρέμβασή μας προωθούμε την αυτοοργάνωση των κοινωνικών και ταξικών αγώνων και τον ακηδεμόνευτο χαρακτήρα τους. Αποτελούμε κομμάτι τους, αλλά όχι σαν φορέας της μίας και μοναδικής αλήθειας, και αλληλεπιδρούμε με αυτούς.

Καταδεικνύουμε τα όρια των μερικών και διεκδικητικών αγώνων, στεκόμενοι κριτικά, επιδιώκοντας τη νικηφόρο έκβασή τους, χωρίς να παραγνωρίζουμε την αυταξία τους.

3.  Ανάλυση-επεξεργασία θεωρητικών ζητημάτων

 Η σύνδεση μεταξύ θεωρίας και πράξης είναι για εμάς δεδομένη, αδιαχώριστη και αλληλοτροφοδοτούμενη.

Στοχεύουμε στη σύζευξη του θεωρητικού πλούτου, που ήδη υπάρχει και συνεχώς διευρύνεται με την καθημερινή εμπειρία της κινηματικής δράσης. Η ζύμωση στο εσωτερικό της Oμοσπονδίας είναι απαραίτητη ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή σύγκλιση σε θεωρητικά εργαλεία και ζητήματα.

Η Oμοσπονδία έχει ως στόχο να αντλεί γνώση και εμπειρία από τους αγώνες των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων και να εξάγει συμπεράσματα από τα σημεία επιτυχίας και αποτυχίας τους. Να κρατά ζωντανό το λόγο για μια ελεύθερη κοινωνία, επικαιροποιώντας και εξελίσσοντάς τον διαρκώς.

Ενδεικτικά εργαλεία:

▶ έντυπο-site-φόρουμ

▶ τακτική διαδικασία διαλόγου

▶ ομάδες αυτομόρφωσης

▶ θεματικές ομάδες

▶ σταθερές δομές συστηματικής μελέτης/έρευνας

4.  Ανταλλαγή εμπειριών & πληροφόρησης

 Θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντική την ανταλλαγή εμπειριών και συμπερασμάτων των επιμέρους ομάδων της Oμοσπονδίας, με βάση τους αγώνες που ξεσπούν και τον τρόπο συμμετοχής των ομάδων σε αυτούς. Θεωρούμε πως υπάρχει αναγκαιότητα ενημέρωσης και άμεσης επικοινωνίας των ομάδων της ομοσπονδίας για ζητήματα αγώνα που τις απασχολούν. Η ανταλλαγή εμπειριών-πληροφόρησης πρέπει να αποτελεί κομμάτι της δομής μας και όλα τα μέλη να έχουν πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες.

5. Έκδοση εφημερίδας της Ομοσπονδίας/αντιπληροφόρηση

 

Κρίνουμε απαραίτητη τη δημιουργία μιας εφημερίδας, η οποία θα αποτελεί κεντρικό πολιτικό όργανο της οργάνωσης και θα προωθεί τις κοινές της θέσεις.

Θεωρούμε αναγκαία την ύπαρξη και άλλων εργαλείων προπαγάνδισης–αντιπληροφόρησης, τόσο έντυπων όσο και ηλεκτρονικών/ψηφιακών.

6. Συντονισμός αλληλεγγύης των υποκειμένων που συμμετέχουν στην Ομοσπονδία

 Η αλληλέγγυα σχέση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του αγώνα. Από τα βασικότερα πράγματα που μπορεί να κάνει η Oμοσπονδία ως δομή είναι να βοηθήσει τη σύνδεση και τη σύνθεση, ώστε να καλυφθούν υπάρχοντα κενά και να ενδυναμωθεί η δράση ομάδων, όπου υπάρχει ανάγκη.

Η υλική ενίσχυση και πολιτική στήριξη των μελών της Oμοσπονδίας, ανεξάρτητα από το αν διώκονται, είναι κάτι που πρέπει να είναι δεδομένο στο εσωτερικό μας, εφόσον αναφερόμαστε σε ζητήματα που κινούνται στο πλαίσιο των καταστατικών αρχών και πολιτικών συμφωνιών της. Πέραν αυτών, τα ζητήματα επεξεργάζονται κατά περίπτωση από τα συλλογικά της όργανα.

Αν μια συλλογικότητα που εντάσσεται στην Oμοσπονδία δέχεται πλήγμα στη σταθερή δράση της λόγω των όρων ένταξής της και των δεσμεύσεων που αυτοί συνεπάγονται, η Oμοσπονδία υποχρεούται να την συνδράμει με κάθε δυνατό τρόπο.

7.  Δημιουργία δομών σίτισης, στέγασης, ιατρικής περίθαλψης

 Η Oμοσπονδία πρέπει να στηρίζει αυτοοργανωμένες δομές που ήδη υπάρχουν και να ενθαρρύνει την δημιουργία νέων αντίστοιχων δομών από τα κοινωνικά και ταξικά εγχειρήματα.

Μια βασική κατεύθυνση της Oμοσπονδίας είναι η συμμετοχή των μελών της σε τέτοιες δομές και η ενθάρρυνση της δημιουργίας τους όπου δεν υπάρχουν. Στόχος είναι όχι η πολιτική υπαγωγή αυτών στην Oμοσπονδία, αλλά η κάλυψη κοινωνικών αναγκών της τάξης μας, στην εποχή της απόσυρσης του κράτους και του κεφαλαίου από την αναπαραγωγή της. Όχι για να αποτελέσουν «αερόσακο» που θα ανακουφίζει όσους «περισσεύουν», αλλά ακριβώς για να ξαναμπεί στο προσκήνιο το ζήτημα των αναγκών της τάξης μας.

Η Oμοσπονδία, τόσο μέσω της συμμετοχής των μελών της όσο και μέσω των θέσεών της, προωθεί τη λογική της κοινής ρηξιακής κατεύθυνσης των αντιδομών αυτών με το υπάρχον και της δημιουργίας ενός δικτύου αντιδομών οι οποίες, μέσω οριζόντιων διαδικασιών, θα προτείνουν έναν νέο τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας που να βασίζεται σε σχέσεις αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας.

Στόχος μας είναι η Oμοσπονδία να βρίσκεται σε διάδραση με τις υπόλοιπες υπαρκτές δομές του κινήματος, με σεβασμό και αλληλεγγύη. Θέλουμε οργάνωση που να συνεισφέρει στο ευρύτερο κίνημα και όχι την οργάνωση-κίνημα.

8. Οργάνωση της αυτοάμυνας του κινήματος

 Η ενίσχυση των δομών και της κουλτούρας της αυτοάμυνας σε στρατηγικό και τακτικό επίπεδο, μέσα από τη δημιουργία συλλογικών διαδικασιών, είναι απαραίτητη. Η δόμηση της κοινωνικής αυτοάμυνας αποτελεί απαραίτητη συνθήκη/προϋπόθεση της κοινωνικής και ταξικής αντεπίθεσης.

Στόχος της οργανωμένης αυτοάμυνας είναι η αυτοπεριφρούρηση των διαδικασιών και των ανοιχτών κινήσεων της Oμοσπονδίας και σε δεύτερο χρόνο η δυνατότητα συμβολής στην περιφρούρηση του κινήματος και των αγώνων που αυτή υποστηρίζει και συμμετέχει. Απαραίτητα στηρίγματα κάθε αυτοοργανωμένου εγχειρήματος απέναντι στην κρατική υπεροπλία είναι το κινηματικό και το κοινωνικό βάθος, που κατακτούνται μέσω της καθημερινής παρέμβασης και της συμμετοχής στους αγώνες.

Οι δομές αυτοάμυνας είναι αμιγώς και αποκλειστικά όργανα της Oμοσπονδίας και η δράση τους καθορίζεται από τις συλλογικές της πολιτικές αποφάσεις. Η διασφάλιση της συνοχής μέσων και σκοπών είναι ευθύνη της Oμοσπονδίας και των μελών της. Η Oμοσπονδία συνολικά χρησιμοποιεί κατά την πολιτική της βούληση αυτές τις δομές, οι οποίες και οφείλουν να πειθαρχούν στις αποφάσεις των συλλογικών της οργάνων.

Ενδεικτικά αναφέρονται:

Η περιφρούρηση πορειών, διαδικασιών και ανοιχτών κινήσεων. Η ικανότητα εκδήλωσης αντανακλαστικών και άμεσων απαντήσεων. Η δημιουργία ομάδων ιατρικής και νομικής υποστήριξης. Η δημιουργία δικτύου άμεσης επικοινωνίας. Η ανταλλαγή εμπειριών, η αναζήτηση τρόπων συζήτησης και η ανάπτυξη διαδικασιών για την επεξεργασία τους. Η διερεύνηση των τακτικών της κρατικής καταστολής και η εξαγωγή συλλογικών απαντήσεων. Η δυνατότητα να ξεπεράσουμε τα πλήγματα που δεχόμαστε και να περάσουμε στην αντεπίθεση.

9.  Διασύνδεση με αντίστοιχες οργανώσεις και σχήματα στην Ευρώπη και παγκόσμια

 

Ως αναρχικοί, αντιλαμβανόμαστε τον διεθνιστικό χαρακτήρα και την παγκόσμια φύση του επαναστατικού μας προτάγματος και αγώνα. Όντας πεπεισμένοι πως τα εθνικά σύνορα που χωρίζουν τους ανθρώπους βάσει φυλής, χρώματος και γλώσσας, αναπαράγουν τον κρατισμό, τις ιεραρχικές δομές και τις επιβεβλημένες κοινωνικές σχέσεις και αποτελούν μια συνθήκη που πρέπει στο σήμερα να αμφισβητηθεί και στο αύριο να καταργηθεί, κινούμαστε βάσει αρχών στην ανάπτυξη σχέσεων με πολιτικά και ταξικά σχήματα σε όλον τον πλανήτη. Αναγνωρίζοντας την ύπαρξη αυτής της παγκόσμιας κοινότητας καταπιεσμένων κι εκμεταλλευόμενων, θεωρούμε αναγκαία την ανάπτυξη σχέσεων και τη συνεργασία με αναρχικά εγχειρήματα παγκόσμια, όχι αποκλειστικά στη βάση της κοινής οργανωτικής μορφής, αλλά κυρίως με βάση τα κοινά περιεχόμενα, θέσεις, στοχεύσεις και τα επίδικα του αγώνα.

Οι στόχοι της διασύνδεσης είναι: η ενδυνάμωση των δεσμών αλληλεγγύης, ο συντονισμός, η σύμπραξη, η ανταλλαγή εμπειριών/απόψεων/πληροφοριών, ο εμπλουτισμός της θεώρησης μας, η παροχή υλικής βοήθειας εκατέρωθεν, η σταθερή συνεργασία πέρα από εθνικά σύνορα, εθνικούς και φυλετικούς διαχωρισμούς, οι παγκόσμιες δράσεις, μεταφράσεις, συμμετοχές σε συνέδρια και οι διεθνείς δράσεις αλληλεγγύης. Αυτή η οικοδόμηση πολιτικών δεσμών θα μπορούσε ακόμη να εκβάλει στη δημιουργία δομών διεθνούς υποστήριξης και αλληλεγγύης, στα πλαίσια μιας συγκροτημένης προσπάθειας οικοδόμησης μιας πολιτικής και οργανωτικής κοινότητας ανάμεσα στις αναρχικές δυνάμεις παγκόσμια.

10. Δημιουργία αναρχικού επαναστατικού προγράμματος

 

Θεωρούμε σημαντική τη δημιουργία ενός αναρχικού επαναστατικού προγράμματος ως απαραίτητο εργαλείο για τις ανάγκες του αγώνα.

Το πρόγραμμα αυτό θα συμπυκνώνει τις βασικές αρχές, τις θέσεις και τη στόχευση της Aναρχικής Oμοσπονδίας. Μια απόπειρα σκιαγράφησης μιας κοινωνίας χωρίς κράτος και καπιταλισμό, χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, καθώς και μιας ολοκληρωμένης και ρεαλιστικής πρότασης για το πώς μπορούμε να φτάσουμε στην κοινωνία αυτή.

Η εκπόνησή του καλύπτει το κενό ανάμεσα στο οραματικό/ προταγματικό στοιχείο της θεωρίας, που κοιτά στο μέλλον, και τον κοινωνικό/ταξικό/πολιτικό αγώνα των αναρχικών στο εδώ και το τώρα. Εξειδικεύει τις απόψεις και τις προτάσεις μας για μια σειρά από επιμέρους κοινωνικά ζητήματα.

Το πρόγραμμα αυτό θα κατατεθεί γραπτά και δημόσια, διαμορφωμένο με τρόπο που λαμβάνει υπόψη πως η πρακτική του εφαρμογή δεν περιορίζεται αποκλειστικά σε οργανωμένα κομμάτια της αναρχίας, αλλά αφορά αντιθεσμίσεις, κοινότητες αγώνα και αυτοοργανωμένες δομές που γεννιούνται εντός μιας σύνθετης και πολύπλοκης κοινωνικής πραγματικότητας.

Στόχος του προγράμματος είναι να βάζει με σαφήνεια το ζήτημα της κοινωνικής επανάστασης ως μόνης διεξόδου από το καθεστώς της εκμετάλλευσης και της υποταγής που συντηρούν το κράτος και τα αφεντικά.

Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά του: σαφήνεια, λειτουργικότητα, ρεαλιστικότητα, συνεχής και δυναμική τροφοδότηση και ανατροφοδότηση με τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες. Πρέπει δηλαδή να πατάει σε μια ρεαλιστική αντίληψη της σημερινής πραγματικότητας. Να είναι πειστικό και να εμπνέει. Να μας εμπλέκει άμεσα και δεσμευτικά στην ταξική πάλη.

Στην ουσία, μιλώντας σήμερα για αναρχικό επαναστατικό πρόγραμμα, μιλάμε στην πραγματικότητα για μια ολοκληρωμένη πρόταση ζωής και δημιουργίας αύριο, σε μια κοινωνία χωρίς κράτος και καπιταλισμό, χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση. Μια πρόταση που απευθύνεται ανοιχτά και ειλικρινά στην κοινωνία και της απλώνει το χέρι για συμπόρευση στον αγώνα για την ανατροπή του κράτους και του κεφαλαίου, για μια επαναστατική διέξοδο και για να μοιραστούμε στο παρόν ένα κοινό όραμα για τη μελλοντική κοινωνία.

Β. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ

 

1.  Δημιουργία ελευθεριακού, επαναστατικού, ταξικού κινήματος

 Δίχως την οργάνωση ενός μαζικού ελευθεριακού, επαναστατικού, ταξικού κινήματος οι καταπιεσμένοι δεν μπορούν να αντιπαρατεθούν με όρους ισχύος και προοπτική νίκης απέναντι στους καταπιεστές τους. Το ταξικό κοινωνικό κίνημα είναι το συλλογικό υποκείμενο αντιστροφής του πολέμου των αφεντικών ενάντια στην κυριαρχία τους και ταυτόχρονα φορέας ενός υπαρκτού κόσμου αλληλεγγύης και ισότητας.

Προϋπόθεση για την κοινωνική επανάσταση είναι η δημιουργία ενός πλατιού, μαχητικού και αυτοοργανωμένου κοινωνικού και ταξικού κινήματος, οργανικό μέρος του οποίου επιδιώκει να αποτελεί η ομοσπονδία. Ένα τέτοιο κίνημα προετοιμάζει μέσα από τη λειτουργία των δομών και των διαδικασιών τού σήμερα τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της αυριανής κοινωνίας.

2. Κοινωνική επανάσταση

 Η κοινωνική επανάσταση πάντα, αλλά και ειδικότερα στις σημερινές οριακές συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης, αποτελούσε και αποτελεί τη μοναδική δυνατή απάντηση των καταπιεζόμενων απέναντι στη συντριβή τους.

Ως αναρχικοί, δεν δεχόμαστε οποιοδήποτε σχέδιο διαχείρισης ή συνδιαχείρισης του υπάρχοντος πολιτικοοικονομικού συστήματος. Είμαστε αντίθετοι σε κάθε είδους διαχωρισμένη εξουσία, όποια μορφή και να παίρνει (π.χ. το εργατικό κράτος). Η κοινωνική επανάσταση είναι υπόθεση της ίδιας της κοινωνίας και όχι μιας κλειστής ένωσης που θα την πραγματώσει στο όνομά της. Η Aναρχική Oμοσπονδία δεν φιλοδοξεί να ανατρέψει από μόνη της την υπάρχουσα εξουσία, αλλά να απευθυνθεί με τέτοιους όρους στην κοινωνία ώστε η ίδια να κινηθεί προς την κατεύθυνση αυτή.

Ορίζουμε την κοινωνική επανάσταση ως μια πλατιά και διαρκή διαδικασία που καταργεί το κράτος και τον καπιταλισμό και μετασχηματίζει το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων και δομών σε ελευθεριακές και εξισωτικές βάσεις. Μέσα στο περιβάλλον που ζούμε, θα πρέπει να δουλεύουμε για την ανάπτυξη των αντιδομών που θα αντικαταστήσουν τον κόσμο της εξουσίας. Δομών οριζόντιων, συλλογικών και αντιιεραρχικών, που θα προωθούν την κοινωνική χειραφέτηση, τις σχέσεις αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας, τη συλλογική ζωή και διαρκώς θα δυναμώνουν και θα εξελίσσονται. Και μέσα από αυτές τις δομές, ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο, τα ίδια τα υποκείμενα του αγώνα -πολιτικά, ταξικά, κοινωνικά- θα διαμορφώνουν και τους όρους για τη συνολική ανατροπή, για μια κοινωνία ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης, για τον κομμουνισμό και την αναρχία.

ΔΟΜΗ

 

1. Μέλη

 Μέλη της ομοσπονδίας μπορούν να γίνουν αναρχικές πολιτικές συλλογικότητες από όλη την Ελλάδα.

2. Τρόπος λήψης αποφάσεων

 Σε ζητήματα αρχών της ομοσπονδίας, η συμφωνία επιτυγχάνεται ομόφωνα μέσω σύνθεσης, με απόλυτη δέσμευση των συλλογικοτήτων-μελών ως προς αυτή.

Σε ζητήματα στρατηγικής, οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση την ομοφωνία-σύνθεση ή τη συναίνεση με απόλυτη δέσμευση των συλλογικοτήτων-μελών ως προς αυτές. Σε αυτό το πεδίο, στη περίπτωση που μία και μόνο συλλογικότητα επιθυμεί να εξαιρεθεί από την συνθετική πρόταση που προκύπτει, της δίνεται η δυνατότητα μη δέσμευσης, αρκεί να μην αναπτύσσει αντιθετική δράση με τις αποφάσεις της ομοσπονδίας. Η εξαίρεσή της ή μη θα κρίνεται από τις ομάδες της ομοσπονδίας και η έγκριση της εξαίρεσης αποφασίζεται ομόφωνα. Αν μια ομάδα ζητήσει την εξαίρεσή της και της δοθεί αυτή η δυνατότητα, το θέμα για το οποίο ζητήθηκε η εξαίρεση θα παίρνει προτεραιότητα για την επόμενη ολομελειακή διαδικασία.

Σε ζητήματα θέσεων, ο τρόπος λήψης απόφασης είναι ομοφωνία-σύνθεση-συναίνεση με απόλυτη δέσμευση των συλλογικοτήτων-μελών ως προς αυτή. Εξαίρεση ως προς τη δεσμευτικότητα προβλέπεται μόνο σε περίπτωση απουσίας επεξεργασμένης θέσης των συλλογικοτήτων που ζητάνε την εξαίρεση και όχι σε περίπτωση πολιτικών διαφωνιών.

Σε ζητήματα τακτικής, οι αποφάσεις προκύπτουν με βάση τη διαδικασία σύνθεσης ή συναίνεσης, με δεσμευτικό χαρακτήρα ως προς την υλοποίηση της απόφασης. Στο βαθμό που η σύνθεση/συναίνεση δεν είναι δυνατή, οι αποφάσεις λαμβάνονται με αυξημένη πλειοψηφία 3/5, ενώ οι ομάδες-μέλη που διαφοροποιούνται από τις αποφάσεις δεν δεσμεύονται να τις υλοποιήσουν.

Θεωρούμε πως η δέσμευση για τη διαχείριση δομικών εργαλείων της ομοσπονδίας πρέπει να είναι δεδομένη και διαχωρίζεται από την πολιτική διαφωνία της συλλογικότητας.

Δεν δίνεται η δυνατότητα στις συλλογικότητες να μπλοκάρουν με οποιοδήποτε τρόπο εκ των προτέρων την διαδικασία σύνθεσης. Η άρνηση σύνθεσης πριν επιτευχθεί η παραγωγή μιας ελάχιστης πολιτική θέσης, στα ζητήματα θέσεων και στρατηγικής θεωρείται παρακώλυση της διαδικασίας σύνθεσης. Η ομάδα που δεν συναινεί στην ελάχιστη πολιτική πρόταση αναλαμβάνει την ευθύνη της μη απόφασης και η διαδικασία καταγράφεται εσωτερικά. Τα ζητήματα στα οποία δεν κατέστη δυνατό να υπάρξει ελάχιστη πρόταση (είτε πρόκειται για παρακώλυση σε ζητήματα θέσεων και στρατηγικής είτε για διαφωνία σε ζητήματα αρχών), μετατίθενται σε επόμενη ολομελειακή διαδικασία και εξετάζονται κατά προτεραιότητα.

3. Όργανα

 

α. Συνέδριο

i)Το συνέδριο είναι το πρωταρχικό όργανο λήψης αποφάσεων σε σχέση με τις αρχές, τις θέσεις, τους στόχους, τη στρατηγική και την οργανωτική δομή (όργανα και διαδικασίες). Το συνέδριο έχει την αρμοδιότητα να ορίζει όργανα για την υλοποίηση των αποφάσεων και των στόχων του. Τα κύτταρα για τη λήψη αποφάσεων στο πλαίσιο του συνεδρίου είναι οι συλλογικότητες, που συμμετέχουν σε αυτό ως αυτόνομες οντότητες.

ii)Ο τόπος διεξαγωγής των συνεδρίων θα επιλέγεται κατά περίπτωση με βάση τις πολιτικές ανάγκες και τις υλικές συνθήκες.

iii)Το συνέδριο είναι το μοναδικό όργανο που έχει την αρμοδιότητα και τη δυνατότητα για αλλαγή/αναθεώρηση του καταστατικού (αρχές, θέσεις, στόχοι, δομή-λειτουργία).

iv)Το κάθε συνέδριο, συνδιάσκεψη και Γενικό Συμβούλιο είναι αρμόδια να καθορίσουν το επόμενο Συνέδριο με ανώτερο όριο τα 2 χρόνια.

v)Στο συνέδριο γίνεται γενικός απολογισμός και ανάλυση συγκυρίας για τα ζητήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του.

vi)Αποφασίζονται οι γενικές κατευθύνσεις και οι βασικοί στόχοι της ομοσπονδίας, τα εργαλεία και τα όργανα για την υλοποίηση των αποφάσεων.

β. Συνδιάσκεψη

 i)Δεύτερο όργανο, το οποίο δε μπορεί να αναιρεί αρχές, στόχους, δομή και τρόπο λειτουργίας, είναι η συνδιάσκεψη, η οποία επανεκτιμά τις τακτικές, ασχολείται με τα τρέχοντα λειτουργικά ζητήματα, κάνει τον ενδιάμεσο απολογισμό δράσεων και σχεδιάζει νέες. Η συνδιάσκεψη πριν το συνέδριο μπορεί και πρέπει να προετοιμάζει το επόμενο συνέδριο.

ii)Σύγκλιση έκτακτης συνδιάσκεψης μπορεί να προταθεί από μία ομάδα και, για να πραγματοποιηθεί, πρέπει να εγκριθεί από τα 2/3 των ομάδων-μελών της Ομοσπονδίας ή από το Γενικό Συμβούλιο.

iii)Η συνδιάσκεψη μπορεί να επανακαθορίσει τις θέσεις και τις τακτικές της Ομοσπονδίας.

iv)Η έκτακτη συνδιάσκεψη έχει αρμοδιότητα διαγραφής ομάδων.

γ. Γενικό Συμβούλιο

 i)Το Γενικό Συμβούλιο είναι ολομελειακό όργανο της Oμοσπονδίας, αποτελούμενο από εκπροσώπους των συλλογικοτήτων-μελών της και έχει αποφασιστικό κι εκτελεστικό χαρακτήρα μεταξύ των συνεδρίων και των συνδιασκέψεων. Οι εκπρόσωποι των συλλογικοτήτων στο Γενικό Συμβούλιο πρέπει να έχουν εξουσιοδότηση λήψης απόφασης.

ii)Το Γενικό Συμβούλιο συνεδριάζει τακτικά δια ζώσης κάθε δυο μήνες ή μέσω τηλεδιάσκεψης όποτε κριθεί απαραίτητο. Για να συνεδριάσει πρέπει να υπάρχει απαρτία 4/5 των ομάδων. Κάθε συλλογικότητα έχει το δικαίωμα να αιτηθεί έκτακτη σύγκλιση του Γενικού Συμβουλίου, κοινοποιώντας τον λόγο για τον οποίο το κάνει στις υπόλοιπες ομάδες. Για να συγκληθεί εκτάκτως δια ζώσης πρέπει να συμφωνήσουν τα 3/5 των ομάδων.

iii)Το Γενικό Συμβούλιο παράγει λόγο εξ ονόματος της Oμοσπονδίας και επικαιροποιεί το πολιτικό πλαίσιο της κίνησης που ορίζεται από το συνέδριο και τις συνδιασκέψεις. Επιπλέον συντονίζει τα επιμέρους όργανα (τομείς, θεματικές ομάδες, περιφέρειες).

δ. Περιφέρειες

 

i)Οι περιφέρειες συγκροτούνται στη βάση γεωγραφικής εγγύτητας. Οι συλλογικότητες ορίζουν ποιες περιφέρειες σχηματίζονται και με ποια γεωγραφική αναφορά. Όρος για τον σχηματισμό περιφέρειας είναι η ύπαρξη 2 τουλάχιστον ομάδων.

ii)Το βασικό καθήκον των περιφερειών είναι η υλοποίηση των αποφάσεων της Oμοσπονδίας. Έχουν κάθε δυνατότητα να αναλάβουν δράσεις και πρωτοβουλίες σε τοπικό επίπεδο και σε ζητήματα τοπικότητας έχουν σχετική αυτονομία πάντα μέσα στο πλαίσιο αρχών, θέσεων και στόχων της Oμοσπονδίας. Μπορούν επίσης ελεύθερα να συμμετέχουν ως τέτοιες σε ευρύτερα καλέσματα του κινήματος στις περιοχές τους ή να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες να τα καλέσουν. Μπορούν επίσης να οργανώνουν συμπληρωματικές ή μη με την Oμοσπονδία δράσεις για κάθε ζήτημα που το Γενικό Συμβούλιο έχει βγάλει κατευθυντήριες απόψεις. Μπορούν να εκφράσουν δικό τους λόγο και δεν ζητούν έγκριση των κειμένων τους από το κεντρικό όργανο. Υπάρχει όμως η δυνατότητα έστω και μία συλλογικότητα να εγκαλέσει μια περιφέρεια αν θεωρήσει ότι υπερέβη τις καταστατικές συμφωνίες της Oμοσπονδίας. Το θέμα θα συζητηθεί στην αμέσως επόμενη τακτική συνάντηση και η ομοσπονδία έχει το δικαίωμα να διαφοροποιηθεί δημόσια από επιλογή της περιφέρειας. Σε μια τέτοια περίπτωση, η περιφέρεια είναι υποχρεωμένη να σταματήσει τη σχετική πρωτοβουλία αλλιώς οι ομάδες που θα επιμείνουν διαγράφονται αυτόματα.

iii)Στα καθήκοντα των περιφερειών είναι και η ενσωμάτωση των προς ένταξη ομάδων κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής τους περιόδου. Η συμμετοχή ομάδας σε περιφέρεια δεν είναι υποχρεωτική, παρά μόνο για το σκέλος της υλοποίησης των αποφάσεων της Oμοσπονδίας. Για τα υπόλοιπα η ομάδα μπορεί να απέχει, χωρίς να συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων. Η περιφέρεια, σε έκτακτα ζητήματα μπορεί να πάρει πρωτοβουλίες για θέματα που δεν τέθηκαν στο κεντρικό συμβούλιο. Σε κάθε όμως περίπτωση οι περιφέρειες δεν μπορούν να δράσουν για ζητήματα που τέθηκαν στο όργανο αλλά δεν έγινε εφικτό να παρθεί απόφαση. Μόνο το συνέδριο έχει τη δυνατότητα να παραχωρήσει επιπλέον αρμοδιότητες ή καθήκοντα στις περιφέρειες.

iv)Η Περιφέρεια Αθήνας έχει τη δυνατότητα αν το επιτρέψουν οι συνθήκες να σπάσει σε περισσότερες των 2 περιφερειών ακολουθώντας την προαστιακή δομή.

v)Όλες οι συλλογικότητες της ομοσπονδίας έχουν πρόσβαση στις αποφάσεις των περιφερειών μέσω του φόρουμ. Οποιαδήποτε συλλογικότητα έχει δικαίωμα να εκφράσει τη διαφωνία της και να ζητήσει τη σύγκληση Γενικού Συμβουλίου για να συζητηθεί.

4. Τομείς

 

α. Συντονιστική Γραμματεία.

Η Συντονιστική Γραμματεία αποτελείται από 1 μέλος από κάθε συλλογικότητα, με επιλογή προσώπων κοινής εμπιστοσύνης από το Συνέδριο. Κάθε μέλος της είναι άμεσα ανακλητό με τη σύμφωνη γνώμη των 3/5 του Γενικού Συμβουλίου και άμεσα αντικαταστάσιμο από άλλο μέλος της συλλογικότητας που συμμετέχει.

Καθήκοντα της γραμματείας:

▶ Να κρατάει το ταμείο.

▶ Να συντονίζει και να κρατάει τα πρακτικά στα συνέδρια και τις συναντήσεις του γενικού συμβουλίου.

▶ Να εξασφαλίζει την τήρηση και την ολοκλήρωση της ατζέντας σε κάθε διαδικασία.

▶ Να διαχειρίζεται το φόρουμ ως εργαλείο για τη λήψη αποφάσεων.

▶ Να έχει την εποπτεία των διαδικασιών και των χρονοδιαγραμμάτων και να εξασφαλίζει την έγκαιρη ανταπόκριση των συλλογικοτήτων στα καθήκοντά που έχουν αναλάβει.

▶ Έχει θεσμοθετημένο ρόλο διαμεσολάβησης σε συγκρούσεις ανάμεσα σε ομάδες. Οι ομάδες είναι υποχρεωμένες να δεχτούν την προσπάθεια διαμεσολάβησης. Η Συντονιστική Γραμματεία μπορεί, αν δεν κατορθώσει να επιλύσει το πρόβλημα να εισηγηθεί την άποψή της στο συμβούλιο.

▶ Αναλαμβάνει κάθε διαδικαστική και λειτουργική ανάγκη που προκύπτει και είτε δεν έχει προβλεφθεί μέχρι τώρα είτε προκύπτει έκτακτα.

Η Συντονιστική Γραμματεία αποτελείται από άτομα με τους εξής όρους:

▶ Μια ομάδα δεν μπορεί να έχει πάνω από 1 μέλος στη γραμματεία.

▶ Μέλη της γραμματείας δεν μπορούν να διαμεσολαβήσουν ανάμεσα σε συγκρούσεις ομάδων αν συμμετέχουν οι ίδιοι σε κάποια από τις συγκρουόμενες ομάδες.

▶ Η γραμματεία αυτή δεν παράγει κανένα πρωτογενές υλικό και δεν λειτουργεί ως πολιτικός σχηματισμός. Μοιράζει ελεύθερα τα καθήκοντα στο εσωτερικό της και αν της έχει ανατεθεί να συνθέσει ένα κείμενο θέτει τα πάντα προς έγκριση στις κεντρικές συναντήσεις ή στο φόρουμ.

▶ Η γραμματεία δεν εμπλέκεται με τη λειτουργία και τις λειτουργικές ανάγκες των περιφερειών.

▶ Η Συντονιστική Γραμματεία λογίζεται γενικά ως ομάδα εργασίας για την εποπτεία των διαδικασιών και για την άμεση επιδιόρθωση σφαλμάτων που δεν είχαν προβλεφθεί.

β. Τομέας τύπου

 Ο τομέας τύπου διαρθρώνεται πάνω σε τρεις επιμέρους θεματικούς τομείς: το γραφείο τύπου, τα τακτικά έντυπα και τις εκδόσεις. Πέρα από τα μέλη τα οποία επιβαρύνονται με τον συντονισμό και τη λειτουργία των επιμέρους τομέων, ο τομέας τύπου περιλαμβάνει εξειδικευμένη ομάδα που αναλαμβάνει την τεχνική υποστήριξη των επιμέρους τομέων.

  1. Γραφείο τύπου

Η συγγραφική παραγωγή του γραφείου τύπου αφορά κατά κύριο λόγο το site και το επίσημο όργανο της ομοσπονδίας (έντυπο) καθώς επίσης επιλεγμένα Μ.Μ.Ε., mailing lists ή social media.

Χωρίζουμε τα κείμενα του γραφείου τύπου σε τρεις κατηγορίες:

▷   Ενημερώσεις:

Πρόκειται για πολύ συνοπτικά κείμενα λίγων γραμμών, που παρουσιάζουν σχετικά άμεσα γεγονότα και αφορούν αποκλειστικά τα διαδικτυακά όργανα της Ομοσπονδίας. Ενημερώσεις ειδησεογραφικού τύπου μπορούν να βγαίνουν ακόμα και σε ζητήματα για τα οποία η Ομοσπονδία δεν έχει πάρει θέση.

▷   Ανακοινώσεις:

Ανακοινώσεις βγαίνουν μόνο για ζητήματα για τα οποία η Ομοσπονδία έχει θέση. Αποτελούν ολοκληρωμένα κείμενα που περιέχουν τον λόγο της Ομοσπονδίας και εκφράζουν ακροθιγώς τη θέση της πάνω στο εκάστοτε ζήτημα, καθώς και πιθανές δράσεις/καλέσματα γι’ αυτό. Οι ανακοινώσεις φέρουν την υπογραφή της Ομοσπονδίας συνολικά.

▷   Αναλύσεις:

Οι αναλύσεις αποτελούν κείμενα που παράγουν θέσεις και κατ’ επέκταση δημοσιεύονται μόνο έπειτα από έγκριση του Γενικού Συμβουλίου. Οι αναλύσεις, όπως και οι ανακοινώσεις, φέρουν αποκλειστικά την υπογραφή της Ομοσπονδίας. Για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του γραφείου τύπου προτείνονται στοιχειωδώς, συγκεκριμένα θεματικά πεδία στα οποία θα εμπίπτουν οι ενημερώσεις και οι ανακοινώσεις.

Τα πεδία αυτά είναι:

▶ Κεντρική πολιτική σκηνή/πολιτικές εξελίξεις

▶ Εργατικά

▶ Κοινωνικοί αγώνες/κοινωνικά κινήματα

▶ Καταστολή

▶ Αντιφασισμός

▶ Φυλακές/πολιτικοί κρατούμενοι

Το γραφείο τύπου συντονίζει κλειστή ομάδα που αποτελείται από 1 μέλος από κάθε συλλογικότητα της Ομοσπονδίας. Για τη συμμετοχή κάθε μέλους υπάρχει προαιρετική κυκλικότητα. Η κυκλικότητα των μελών της κάθε συλλογικότητας για τον ρόλο του μέλους του γραφείου τύπου επαφίεται στη συλλογικότητα. Τα άτομα που αποτελούν το γραφείο τύπου συντονίζονται μέσω ειδικής στήλης/πεδίου διαλόγου στο φόρουμ της Ομοσπονδίας. Οι ενημερώσεις συντάσσονται από συγκεκριμένα μέλη τα οποία επιφορτίζονται με τον ρόλο συγγραφής τους. Τα άτομα αυτά υποδεικνύονται από τα μέλη του γραφείου τύπου αφού δηλώσουν τα ίδια τη πρόθεσή τους και παραμένουν στη θέση τους για διάστημα (π.χ.) ενός 6μήνου. Οι ενημερώσεις ανεβαίνουν χωρίς προέγκριση από τα υπόλοιπα μέλη του γραφείου τύπου. Κάθε μέλος μπορεί και οφείλει να ενημερώσει για κάποιο γεγονός τα μέλη που έχουν επιφορτιστεί με τη συγγραφή των ενημερώσεων.

Οι ανακοινώσεις συντάσσονται από συγκεκριμένα μέλη (που υποδεικνύονται με τον ίδιο τρόπο και για την ίδια χρονική διάρκεια) αλλά συνοδεύονται από διαδικασία προέγκρισης. Συγκεκριμένα, το άτομο που συντάσσει την ανακοίνωση ανεβάζει στο φόρουμ το κείμενο το οποίο πρέπει να επικυρωθεί από τα μέλη του γραφείου τύπου (με τυχόν παρατηρήσεις) μέσα σε 24 ώρες από την εμφάνισή του. Η διαδικασία επικύρωσης ακολουθεί τη διαδικασία των 2/3. Το προτεινόμενο κείμενο της ανακοίνωσης ανεβαίνει στο site μετά το πέρας των 24 ωρών, ανεξάρτητα από τον αριθμό των μελών που το έχουν επικυρώσει. Είναι δηλαδή υποχρέωση των μελών του γραφείου τύπου να μπαίνουν στο φόρουμ και να εκφράζουν την άποψή τους μέσα στα εν λόγω χρονικά περιθώρια. Δεδομένης της διαδικασίας προέγκρισης και στα πλαίσια της δυνατότητας των περιφερειακών οργάνων να αναλαμβάνουν σχετικές πρωτοβουλίες και να εκφέρουν τον λόγο της Ομοσπονδίας, οι ανακοινώσεις αφορούν αποκλειστικά κείμενα τα οποία υπογράφονται από την Ομοσπονδία και όχι από κάποιο περιφερειακό της όργανο.

Οι αναλύσεις συντάσσονται και πάλι από συγκεκριμένα μέλη του γραφείου τύπου, αφού πρώτα εγκριθούν από το Γενικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας. Οι αναλύσεις φέρουν όπως και οι ανακοινώσεις την υπογραφή της Ομοσπονδίας συνολικά.

  1. Τακτικά έντυπα

Τα έντυπα ή ηλεκτρονικά μέσα της Ομοσπονδίας διευθύνονται από συντακτική ομάδα που αναλαμβάνει τη συλλογή των κειμένων, τη διανομή τους καθώς και την οικονομική τους διαχείριση. Το editorial κάθε εντύπου διαμορφώνεται από το Γενικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας.

  • Εκδόσεις

Ο εν λόγω τομέας αφορά στοχευμένες εκδόσεις της ομοσπον- δίας όπως βιβλία, μπροσούρες κ.λπ.

  1. Ομάδα τεχνικής υποστήριξης

Αποτελείται από άτομα με εξειδίκευση στα πεδία της γραφιστικής και της πληροφορικής, που αναλαμβάνουν την τεχνική υποστήριξη κάθε επιμέρους τομέα. Τυπικές τους αρμοδιότητες αποτελούν η διαχείριση του επίσημου site της Ομοσπονδίας το στήσιμο των εντύπων-οργάνων της και οι αφίσες.

γ. Τομέας διεθνών σχέσεων και μεταφράσεων

Ο εν λόγω τομέας αποτελείται από άτομα με γνώση ξένων γλωσσών που αναλαμβάνουν τη συνεχή επαφή και επικοινωνία της Ομοσπονδίας με συγγενικές οργανώσεις και ομάδες του εξωτερικού, καθώς και τη μετάφραση επιλεγμένων κειμένων.

5. Ένταξη νέων συλλογικοτήτων

 Η ένταξη νέων συλλογικοτήτων στην Ομοσπονδία αποφασίζεται ομόφωνα. Προϋπόθεση για την ένταξη αποτελεί η αποδοχή των αρχών, θέσεων και στοχοθεσίας της Ομοσπονδίας. Μια συλλογικότητα προς ένταξη προτείνεται από τουλάχιστον μια συλλογικότητα-μέλος της κι έπειτα από συναίνεση μπαίνει σε δοκιμαστική περίοδο. Η περίοδος αυτή διαρκεί μίνιμουμ έξι μήνες. Τυχόν διαφωνία σε σχέση με την ένταξη οφείλει να συνοδεύεται από κατάθεση σκεπτικού. Κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου, η προς ένταξη συλλογικότητα συμμετέχει στα ολομελειακά όργανα και τις περιφέρειες χωρίς δικαίωμα ψήφου. Η οριστική απόφαση ένταξης λαμβάνεται στο συνέδριο, τις συνδιασκέψεις ή το Γενικό Συμβούλιο.

6. Αποπομπή – αποχώρηση συλλογικοτήτων

Λόγοι αποπομπής μιας συλλογικότητας είναι:
i) η καταστρατήγηση του καταστατικού και του κειμένου αρχών και θέσεων της Ομοσπονδίας
ii) η απουσία συμμετοχής και τήρησης συλλογικών αποφάσεων που έχουν παρθεί με ομοφωνία, σύνθεση ή συναίνεση
iii) η συνεχιζόμενη αδικαιολόγητη απουσία από τις πανελλαδικές διαδικασίες της Ομοσπονδίας.
Αίτημα αποπομπής μιας συλλογικότητας μπορεί να καταθέσει έστω και μία συλλογικότητα σε εύλογο χρονικό διάστημα πριν τη διεξαγωγή πανελλαδικής διαδικασίας (Γενικό Συμβούλιο, Συνδιάσκεψη, Συνέδριο). Ο βασικός στόχος της Ομοσπονδίας οφείλει να είναι η επαναφορά της συλλογικότητας στην κοινότητά της. Σε περίπτωση που αυτό δεν καταστεί εφικτό ο τρόπος λήψης απόφασης για την αποπομπή είναι η ομοφωνία από την οποία εξαιρείται η συλλογικότητα προς αποπομπή.

Οι ομάδες έχουν την δυνατότητα αποχώρησης όποτε επιθυμούν παραδίδοντας αν κατέχουν, κοινόχρηστους πόρους σε αυτήν (π.χ. ταμείο, υλικά αγαθά, πρόσβαση σε υποδομές κτλ.). Μετά την αποχώρηση κάποιας ομάδας από την Ομοσπονδία, η ομάδα δεν έχει δικαίωμα χρήσης υλικών υποδομών και πόρων της Ομοσπονδίας χωρίς την έγκριση της και δεν έχει δικαίωμα συμμετοχής στα όργανα της. Η ομάδα οφείλει να δίνει ένα πολιτικό κείμενο αποχώρησης, όπως και να γνωστοποιεί άμεσα το γεγονός της αποχώρησης της σε όλες τις ομάδες με όποιο μέσο επικοινωνίας έχει επιλεχθεί από την Ομοσπονδία.

7.  Αυτονομία συλλογικοτήτων

 Τα κύτταρα της οργάνωσης είναι οι συλλογικότητες οι όποιες καθορίζουν τις κατευθύνσεις της. Ζητούμενο είναι η συλλογικοποίησή σε μια ανώτερη βαθμίδα και όχι η ισοπέδωση τους στον όνομα μιας κεντρικής διαδικασίας. Κάθε ομάδα έχει πλήρη αυτονομία ως προς τον λόγο και τη δράση της εφόσον δεν αντιβαίνει στις αρχές και τη λειτουργία της οργάνωσης.

8.  Συμπράξεις

 Η Ομοσπονδία δεν συνυπογράφει με θεσμικά, καθεστωτικά σχήματα ή σχήματα με εξουσιαστικές πολιτικές αντιλήψεις και κόμματα.

Οι αναρχικές ομάδες που συναποτελούν την Ομοσπονδία δεν συνυπογράφουν με καθεστωτικά ή θεσμικά σχήματα και κόμματα.

9. Εσωτερική κριτική

Για ζητήματα συνεργασιών ή αυτόνομων δράσεων των ομάδων η κριτική από συλλογικότητες της ομοσπονδίας μπορεί να ασκηθεί δημόσια με τους εξής όρους:

α.Η δημόσια κριτική δημοσιεύεται αποκλειστικά και μόνο από τα όργανα επικοινωνίας και προπαγάνδας της Ομοσπονδίας.

β. Θα υπάρχει χρόνος προδημοσίευσης ώστε οι συλλογικότητες να μπορούν να τοποθετηθούν και να ζητήσουν διευκρινήσεις/αλλαγές πριν τη δημοσίευση της κριτικής.

γ. Κάθε δημόσια διαφωνία ή διάλογος ανάμεσα σε ομάδες της Ομοσπονδίας έρχεται κατόπιν προς συζήτηση στα όργανά της για διερεύνηση ενδεχόμενου πεδίου συμφωνίας.

10. Παρατηρήτριες ομάδες

Μία συλλογικότητα μπορεί, αν το επιλέξει για δικούς της εσωτερικούς ή άλλους λόγους να παραιτηθεί, προσωρινά, από το ρόλο της ως πλήρες μέλος της ομοσπονδίας και να ενταχθεί στο καθεστώς της παρατηρήτριας συλλογικότητας, με τους εξής όρους:
• Μία συλλογικότητα δεν μπορεί να παραμείνει παρατηρήτρια για διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών. Η συλλογικότητα μπορεί να επιστρέψει ως πλήρες μέλος οποιαδήποτε στιγμή εντός του εξαμήνου. Μετά το πέρας αυτού πρέπει να επιλέξει αν θα επιστρέψει ως πλήρες μέλος ή να αποχωρήσει.
• Η παρατηρήτρια συλλογικότητα μπορεί αλλά δεν υποχρεούται να συμμετέχει στα όργανα.
• Η παρατηρήτρια συλλογικότητα μπορεί να επιλέξει συγκεκριμένα δράσεις/ καμπάνιες/ ζητήματα στα οποία θα συμμετέχει από κοινού με την ομοσπονδία, βάσει των δυνατοτήτων και των ενδιαφερόντων της.
• Η παρατηρήτρια συλλογικότητα έχει, στα όργανα που συμμετέχει, συμβουλευτικό ρόλο, μπορεί να συμμετέχει συνεπώς στις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει σύνθεσης ή συναίνεσης αλλά όχι βάσει ψηφοφορίας.
Σε περίπτωση εσωτερικών προβλημάτων της συλλογικότητας, η συλλογικότητα ενθαρρύνεται να μην μπει σε καθεστώς παρατηρήτριας αλλά, με βάση την αλληλοκατανόηση και συντροφικότητα μεταξύ των συλλογικοτήτων να επιλέξει σε ποια ζητήματα μπορεί να εμπλακεί εντονότερα και σε ποια όχι, μέχρι να λήξει η εσωτερική κρίση.

11. Συμμετοχή ατόμων

1) Η Α.Ο. είναι ομοσπονδία συλλογικοτήτων και ως τέτοια δε μπορεί να εντάξει άτομα ως πλήρη μέλη απευθείας σε αυτή.
2) Μεμονωμένα άτομα μπορούν να εντάσσονται και να συμμετέχουν στις Περιφέρειες της Ομοσπονδίας.

3) Τα άτομα που εντάσσονται στην Περιφέρεια έχουν ευθύνη να παρακολουθούν και να συμμετέχουν σταθερά στη διαδικασία και στις αποφάσεις της.
4) Τα άτομα συμμετέχουν κανονικά στις αποφάσεις της Περιφέρειας κι έχουν δικαίωμα ψήφου με αναλογικό τρόπο ως προς τις συλλογικότητες (ο ακριβής τρόπος θα καθοριστεί από την κάθε περιφέρεια). Κατά τις διαδικασίες δίνεται προτεραιότητα στις συλλογικότητες. Επίσης έχουν δικαίωμα να παρακολουθούν τις πανελλαδικές διαδικασίες.
5) Σε πόλεις ή περιοχές όπου δεν υπάρχουν αναρχικές συλλογικότητες και κάποιο άτομο θέλει να συμμετέχει στην Αναρχική Ομοσπονδία δίνεται η δυνατότητα να συμμετέχει ως συνδεδεμένο μέλος. Κύρια προτεραιότητα είναι η δημιουργία συλλογικότητας και η ΑΟ οφείλει να βοηθήσει το συνδεδεμένο μέλος προς αυτή την κατεύθυνση. Το συνδεδεμένο μέλος έχει τη δυνατότητα να παρακολουθεί τις πανελλαδικές διαδικασίες (χωρίς δικαίωμα ψήφου) και να συμμετέχει στις δομές της ΑΟ.